Από τη δεκαετία του 1990, οι κυβερνήσεις του Δυτικού κόσμου έχοντας ως στόχο την αναχαίτιση των ροών των –ανεπιθύμητων σε αυτές– μεταναστών, δεν αρκούνται μονάχα στην στρατιωτικοποίηση των συνόρων τους και στην αυστηροποίηση της νομοθεσίας τους. Τις κατασταλτικές στρατηγικές συμπληρώνουν με μεθόδους φαινομενικά πιο συναινετικές: πολυμεσικές εκστρατείες πληροφόρησης που προειδοποιούν για τους κινδύνους του ταξιδιού.
«Και αντί να προχωρήσει μπροστά, σκέφτηκε να επιστρέψει. Όρκο δίνει στον νεκρό του ξάδερφο: “Αν ο Θεός θέλει να μου στερήσει τη ζωή, ας μου την στερήσει στην αγαπημένη μου πατρίδα”.» Πρόκειται για τους στίχους ενός τραγουδιού στα ισπανικά που εξιστορεί την οδύσσεια ενός Μεξικανού που, έχοντας δει τον εξάδελφό του να πεθαίνει κατά τη διάρκεια του ταξιδιού προς τις ΗΠΑ, αποφασίζει να γυρίσει πίσω. Ηχογραφημένο το 2008, χάρη σε αμερικανικά κυβερνητικά κεφάλαια, στάλθηκε σε ραδιοφωνικούς σταθμούς πολλών χωρών της Κεντρικής Αμερικής μέσω μιας ιδιωτικής διαφημιστικής εταιρείας, που φρόντισε να μην αποκαλύψει την ταυτότητα του εντολέα της (1).
Τυπική αμερικανική τακτική αποθάρρυνσης υποψήφιων μεταναστών; Στην πραγματικότητα, αρκετά ευρωπαϊκά κράτη καταφεύγουν σε τέτοιες επικοινωνιακές μεθόδους αποτροπής, ιδίως μετά την προσφυγική «κρίση» του καλοκαιριού του 2015. Στην Ουγγαρία και στη Δανία, οι κυβερνήσεις χρηματοδότησαν τη δημοσίευση ανάλογων διαφημιστικών μηνυμάτων σε καθημερινές εφημερίδες του Λιβάνου και της Ιορδανίας. Εκεί μαθαίναμε ότι «Οι Ούγγροι είναι ένας φιλόξενος λαός, όμως η παράνομη είσοδος στη χώρα επισύρει τις πιο βαριές κυρώσεις για τους παραβάτες» ή ότι «Το Κοινοβούλιο της Δανίας μόλις υιοθέτησε έναν κανονισμό με στόχο τη μείωση κατά ποσοστό 50% των κοινωνικών παροχών για τους νεοαφιχθέντες πρόσφυγες» (2). Το 2017, καλλιτέχνες από τη Δυτική Αφρική συμμετείχαν χορεύοντας και τραγουδώντας σε ένα βίντεο κλιπ με τίτλο Bul Sank sa Bakane bi («Μη ρισκάρεις τη ζωή σου»). «Η μετανάστευση είναι καλή μόνο αν είναι νόμιμη», «Μείνε στην Αφρική, βοήθησέ την να αναπτυχθεί, καλύτερα δεν θα βρεις από εδώ», «Νεολαία, αυτό που αγνοείς είναι ότι το εξωτερικό δεν είναι τόσο εύκολο όσο νομίζεις» είναι κάποιοι από τους στίχους του τραγουδιού, που χρηματοδοτήθηκε από την ιταλική κυβέρνηση στο πλαίσιο μιας επιχείρησης του Διεθνούς Οργανισμού Μετανάστευσης (ΔΟΜ) με τίτλο «Συνειδητοποιημένοι Μετανάστες» (3).
«Γιατί να ρισκάρετε τη ζωή σας;»
Τέτοιες εκστρατείες στοχεύουν σε άτομα που δεν έχουν ακόμα επιχειρήσει να εισέλθουν στη Δύση, ενδέχεται όμως να θέλουν να το κάνουν. Υπογραμμίζουν τη ματαιότητα της παράνομης μετανάστευσης (εκείνοι που θα το αποτολμήσουν, θα επιστρέφονται αυτόματα στα σπίτια τους) και την αυστηρότητα του «κράτους προνοίας». Επισημαίνουν τους κινδύνους του ταξιδιού, τις σκληρές συνθήκες διαβίωσης στις χώρες διέλευσης και στις χώρες προορισμού, τους κινδύνους του δουλεμπορίου, της σωματεμπορίας, της εκμετάλλευσης ή απλούστατα του θανάτου. Κοινό σημείο όλων των παραπάνω: να μην γίνεται ουδεμία αναφορά στις περιοριστικές πολιτικές που καθιστούν τη μεταναστευτική εμπειρία ολοένα και πιο επικίνδυνη. Επιδιώκουν κυρίως να επηρεάσουν τις ατομικές επιλογές.
Μεταδιδόμενες τόσο στις χώρες καταγωγής όσο και στις χώρες διέλευσης, οι εκστρατείες αυτές επεκτείνουν την εξωτερικοποίηση του μεταναστευτικού ελέγχου (4) και συμπληρώνουν την αστυνομική επιτήρηση των συνόρων με στρατηγικές πειθούς. Ο στόχος του ελέγχου της μετανάστευσης εξαφανίζεται κάτω από μια ωραιοποιημένη ορολογία: βαπτίζονται «εκστρατείες πληροφόρησης» ή «ευαισθητοποίησης», ώστε συνειρμικά να παραπέμπουν σε ανθρωπιστικές δράσεις για την προστασία των υποψήφιων μεταναστών –ακόμη και για την προστασία των πληθυσμών που παραμένουν στη χώρα καταγωγής τους απέναντι στα ψέματα των οικείων τους. Έτσι, ένα βίντεο που χρηματοδοτήθηκε από την κυβέρνηση της Ελβετίας (5) με προορισμό το Καμερούν καλεί τους θεατές του να δυσπιστούν απέναντι στις διηγήσεις των μεταναστών, οι οποίες υποτίθεται πως εξωραΐζουν τη μεταναστευτική εμπειρία («Μην πιστεύετε όλα όσα ακούτε»).
Οι δράσεις υποστηρίχθηκαν αρχικά από τα παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης και πλέον αναπτύσσονται μέσω Facebook, Twitter ή YouTube. Στην Αυστραλία το 2014, η κυβέρνηση χρηματοδότησε την παραγωγή μιας σειράς ταινιών μικρού μήκους, οι οποίες μεταφράστηκαν σε δεκαπέντε περίπου γλώσσες που ομιλούνται στη Νοτιοανατολική Ασία, στο Αφγανιστάν και στην Ινδονησία: «Σε καμία περίπτωση δεν θα κάνετε την Αυστραλία σπίτι σας». Αξιωματικοί με φόρμες αγγαρείας εκθέτουν με στρατιωτικό ύφος την πολιτική της χώρας τους: «Εάν ταξιδεύετε με βάρκα, χωρίς βίζα, δεν θα μπορέσετε ποτέ να κάνετε την Αυστραλία πατρίδα σας. Δεν υπάρχουν εξαιρέσεις. Μην πιστεύετε τα ψέματα των διακινητών» (6).
Οι δημιουργοί των βίντεο ζήτησαν από το YouTube να τα μεταδώσει υπό τη μορφή διαφημίσεων, που προηγούνται του όποιου περιεχομένου αναζητούν υποψήφιοι προς μετανάστευση χρήστες του Διαδικτύου. Η χρήση αλγορίθμων καθιστά δυνατή τη στόχευση χρηστών, το προφίλ των οποίων υποδεικνύει ότι μιλούν συγκεκριμένες γλώσσες, όπως φαρσί ή βιετναμέζικα. Με τον ίδιο τρόπο, προωθώντας τα δημοφιλή στους νέους βίντεο, το YouTube διευκολύνει την επιθυμητή δημογραφική στόχευση. Στη συνέχεια, αυτά τα ταινιάκια κατέκλυσαν τη ροή ειδήσεων του Facebook σε προφίλ Αυστραλών πολιτών με μεταναστευτικό υπόβαθρο, επιλεγμένων από τον αλγόριθμο διότι μιλούσαν κάποια από τις γλώσσες στις οποίες στόχευε η καμπάνια. Οι αρχές ήλπιζαν πως, απευθυνόμενες σε αυτούς τους γεννημένους στην Αυστραλία ανθρώπους, και οι ίδιοι θα ενθάρρυναν τους ομοεθνείς τους να παραμείνουν στις χώρες καταγωγής τους (7).
Στο Facebook στράφηκε και η νορβηγική κυβέρνηση το 2015. Κατηγορούμενη για παθητικότητα απέναντι στην άφιξη προσφύγων στα σύνορα με τη Ρωσία, χρηματοδότησε την παραγωγή δύο βίντεο με τίτλο «Γιατί να ρισκάρετε τη ζωή σας;» και «Κινδυνεύετε με επαναπροώθηση» (8). Οι χρήστες του κοινωνικού δικτύου είχαν αρχικά τη δυνατότητα να αντιδράσουν στο περιεχόμενο των βίντεο είτε μέσω των παραδοσιακών «μου αρέσει» είτε αναρτώντας σχόλια, γεγονός που θα επέτρεπε την οριζόντια διάδοση των βίντεο, με προοπτική να γίνουν έως και viral. Όμως η επιλογή αυτή καταργήθηκε αφότου η σελίδα κατακλύστηκε από μηνύματα μίσους προερχόμενα από την ακροδεξιά, προκαλώντας αμηχανία στην κυβέρνηση.
Και εδώ επίσης, το Facebook προσφέρει –ή καλύτερα εμπορεύεται– τη δυνατότητα στόχευσης νεαρών ανδρών με καταγωγή από το Αφγανιστάν, την Αιθιοπία και την Ερυθραία, στους οποίους κατά τη νορβηγική κυβέρνηση δεν αναγνωρίζεται δικαίωμα ασύλου. Ο αλγόριθμος επιλέγει κατά κύριο λόγο τα άτομα που αφενός βρίσκονται εκτός της χώρας καταγωγής τους και αφετέρου έχουν πραγματοποιήσει διαδικτυακές αναζητήσεις υποδεικνύοντας το ενδιαφέρον τους για την Ευρώπη και τη μετανάστευση. Στόχος είναι η προσέγγιση μεταναστών σε κίνηση, που δεν έχουν αποφασίσει ακόμα τον τελικό προορισμό τους, ώστε να αποθαρρυνθούν από την επιλογή της Νορβηγίας. Οι Σύριοι δεν συγκαταλέγονται στις υπό στόχευση εθνικότητες, ώστε να μην παραβιαστεί το δικαίωμα ασύλου τους. Επίσης, το μήνυμα αναφέρει ρητά πως μόνο οι ενήλικοι θα επαναπροωθούνται, ώστε να μην τεθεί υπό αμφισβήτηση το δικαίωμα των ανηλίκων σε μέριμνα.
Και οι βελγικές αρχές έχουν κατ’ επανάληψη χρησιμοποιήσει, από το 2015, το Facebook για τέτοιου είδους πρωτοβουλίες (9). Το 2018, φωτογραφίες από κέντρα κράτησης της χώρας αλλά και φωτογραφίες ενός νεαρού μετανάστη με χειροπέδες, συνοδευόμενες από το σύνθημα «Όχι στην παράνομη μετανάστευση. Μην έρχεστε στο Βέλγιο» (10) , μεταδόθηκαν μέσω μιας σελίδας στο Facebook που δημιουργήθηκε για την περίσταση από το Γραφείο Αλλοδαπών της χώρας. Ωστόσο, η ύπαρξη της σελίδας μόνο στην αγγλική γλώσσα δημιούργησε σε πολλούς (συμπεριλαμβανομένων και των δυνάμεων ασφαλείας της χώρας) την εντύπωση ότι ήταν πλαστή, ωθώντας τη βελγική κυβέρνηση στη διαγραφή της και στη δημιουργία ενός πιο κλασικού ιστοτόπου με τον ταπεινό τίτλο «Δεδομένα για το Βέλγιο» (11).
Εάν τέτοιες πρωτοβουλίες πολλαπλασιάζονται, είναι επειδή τα ευρωπαϊκά κράτη έχουν επιδοθεί σε μια ανελέητη κούρσα αποτροπής των υποψήφιων μεταναστών, που αντιπαραθέτει το ένα έναντι του άλλου. Στις 30 Μαΐου 2018, στη Γαλλία, ο Ζεράρ Κολόμπ, τότε υπουργός Εσωτερικών, υποστήριξε κατά τη διάρκεια ακρόασης στη γαλλική Γερουσία ότι οι μετανάστες προχωρούν σε «benchmarking» (συγκριτική αξιολόγηση) των διάφορων χωρών, προκειμένου να προσδιορίσουν τις πιο φιλόξενες. Την άποψη αυτή φαίνεται να ασπάζονται και οι ομόλογοί του, ενώ τα κράτη μοιάζουν όχι μόνο ανυποχώρητα αλλά και πρόθυμα να την γνωστοποιήσουν.
Η προσφυγή στις πλατφόρμες της Σίλικον Βάλεϊ γενικεύεται όλο και περισσότερο,καθώς οι αρχές γνωρίζουν καλά τη σημασία των εργαλείων αυτών στο ταξίδι των μεταναστών. Κατά συντριπτική πλειοψηφία, είναι διαρκώς συνδεδεμένοι στο Διαδίκτυο. Εξαρτώνται από το κινητό τηλέφωνο για να επικοινωνούν με την οικογένειά τους, να βρίσκουν τον δρόμο τους χρησιμοποιώντας το GPS, να ξεπερνούν τα γλωσσικά εμπόδια, να διατηρούν φωτογραφίες και μαρτυρίες των βαναυσοτήτων που δικαιολογούν την αίτησή τους για άσυλο, να ζητούν βοήθεια σε περίπτωση ναυαγίου ή άλλου κινδύνου, όπως και για να αναζητούν γνωστούς και συμπατριώτες τους διασκορπισμένους στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα.
Μια αμφιβολία ταλάνιζε τις αρχές των δυτικών κρατών: διασυνδέοντας τους ανθρώπους μεταξύ τους και διευκολύνοντας την πρόσβαση σε διάφορες πηγές πληροφόρησης, οι ψηφιακές τεχνολογίες δεν θα παρείχαν μεγαλύτερη αυτονομία στους μετανάστες; Δεν θα διευκόλυναν σε τελική ανάλυση την παράτυπη μετανάστευση (12) ; Αποφάσισαν έτσι να χρησιμοποιήσουν αυτά τα ίδια εργαλεία ως λύση στο πρόβλημα: αντλούν πληροφορίες σχετικά με την τοποθεσία και τα χαρακτηριστικά των μεταναστών, μέσω ενός προνομιακού διαύλου επικοινωνίας απευθυνόμενου σε ένα στοχευμένο κοινό.
Χρηματοδοτούμενες σε σταθερή βάση από τα δυτικά κράτη, εμπλέκοντας ολοένα και περισσότερους τους ψηφιακούς κολοσσούς, οι εκστρατείες αυτές κινητοποιούν και άλλους φορείς. Το Παγκόσμιο Σύμφωνο για την Ασφαλή, Ομαλή και Τακτική Μετανάστευση (ή Σύμφωνο του Μαρακές), που θεσπίστηκε το 2018 υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, προβλέπει «τη διεξαγωγή εκστρατειών τεκμηριωμένης και πολύγλωσσης ενημέρωσης», όπως και «τη διοργάνωση ημερίδων ευαισθητοποίησης στις χώρες καταγωγής», κυρίως «για να επισημανθούν οι κίνδυνοι που εγκυμονεί η παράτυπη μετανάστευση». Η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (UNHCR) και ο Διεθνής Οργανισμός Μετανάστευσης παίζουν συνεπώς τον ρόλο των προνομιούχων διαμεσολαβητών για τη διευκόλυνση της χρηματοδότησης αυτών των εκστρατειών των δυτικών κρατών εκτός της επικρατείας τους.
Αμφίβοληαποτελεσματικότητα
Εμπλέκονται επίσης και ιδιωτικές εταιρείες με ειδίκευση στο μάρκετινγκ και την επικοινωνία. Με έδρα το Χονγκ Κονγκ, η εταιρεία Seefar αναπτύσσει δράσεις «στρατηγικής επικοινωνίας» που στοχεύουν σε υποψήφιους μετανάστες με καταγωγή από το Αφγανιστάν ή τη Δυτική Αφρική. Η αυστραλιανή εταιρεία Put It Out There Pictures γυρίζει με τη σειρά της προπαγανδιστικά βίντεο για λογαριασμό δυτικών κυβερνήσεων. Παραγωγή της υπήρξε η τηλεταινία «Journey», με θέμα μια ομάδα αιτούντων άσυλο που επιχειρούν να εισέλθουν κρυφά στην Αυστραλία.
Τέλος, ανθρωπιστικές οργανώσεις, όπως και οργανώσεις αναπτυξιακής βοήθειας, συμβάλλουν με τη σειρά τους στις πρωτοβουλίες αυτές. Η Μη Κυβερνητική Οργάνωση Proactiva Open Arms, που δημιουργήθηκε το 2015 με σκοπό τη διάσωση μεταναστών από ναυάγια στη Μεσόγειο, εγκαινίασε παρόμοιες δραστηριότητες το 2019 στη Σενεγάλη (13). Στις χώρες καταγωγής, ολόκληρα τμήματα της κοινωνίας συμμετέχουν σε τέτοιες επιχειρήσεις: επαναπατριζόμενοι μετανάστες, δημοσιογράφοι, καλλιτέχνες, επικεφαλής οργανώσεων, θρησκευτικοί ηγέτες… Στη Γουινέα, καλλιτέχνες άλλοτε μαχόμενοι υπέρ του ανοίγματος των συνόρων, πλέον στρατεύονται υπέρ της ακινητοποίησης των νεαρών συμπατριωτών τους στην πατρίδα τους (14).
O συναινετικός ανθρωπιστικός λόγος που υποστηρίζει την ανάγκη προστασίας των μεταναστών μέσα από την ενημέρωσή τους διευκολύνει τη συνεργασία μεταξύ κρατών, διεθνών οργανισμών, ιδιωτικού τομέα και οργανώσεων. Ωστόσο, η πλειονότητα των φορέων αυτών είναι ολότελα άσχετη με το πεδίο του αυστηρού ελέγχου των συνόρων. Η εμπλοκή τους μαρτυρά τη διεύρυνση του τομέα της καταπολέμησης της παράτυπης μετανάστευσης.
Υπάρχει όμως αποτελεσματικότητα; Ελάχιστες αξιολογήσεις του αντικτύπου των εκστρατειών αυτών υπάρχουν έως σήμερα. Το 2019, μια νορβηγική μελέτη (15) ανέλυσε την επίδρασή τους σε μετανάστες διερχόμενους από το Χαρτούμ, καταλήγοντας σε ασαφή αποτελέσματα. Ελάχιστοι ανάμεσά τους είχαν λάβει γνώση των κυβερνητικών μηνυμάτων και ένιωθαν ούτως ή άλλως επαρκώς ενημερωμένοι, ιδίως όσον αφορά τις σκοτεινότερες πτυχές της μεταναστευτικής εμπειρίας. Δεδομένης της δημοσιογραφικής κάλυψης των τραγωδιών της παράνομης μετανάστευσης, μοιάζει πράγματι πιθανό οι υποψήφιοι μετανάστες να γνωρίζουν τους κινδύνους του ταξιδιού –κι ωστόσο να εξακολουθούν να μεταναστεύουν.