Έναν μήνα; Ούτε καν. Δεν είχαν προλάβει οι Ταλιμπάν να καταλάβουν το αεροδρόμιο της Καμπούλ όταν οι νεοσυντηρητικοί ξανάβγαιναν από το λαγούμι τους. Η Δύση «έχασε το Αφγανιστάν»; Θα πρέπει τότε να κάνει αισθητή παντού αλλού την παρουσία της ώστε οι στρατηγικοί της αντίπαλοι, ιδίως η Κίνα και η Ρωσία, να καταλάβουν ότι δεν πρόκειται να υποχωρήσει μπροστά στην επόμενη μάχη. «Ο πόλεμος δεν έχει τελειώσει», συνόψισε ο γερουσιαστής Μιτ Ρόμνεϊ, παλαιός υποψήφιος των Ρεπουμπλικανών για το προεδρικό αξίωμα. «Βρισκόμαστε σε μεγαλύτερο κίνδυνο σε σχέση με πριν. Και θα πρέπει να επενδύσουμε περαιτέρω προκειμένου να εγγυηθούμε την ασφάλειά μας» (1). Αφού έσπειραν το χάος στη Μέση Ανατολή, οι ΗΠΑ στρέφουν τώρα το βλέμμα τους προς τον Ειρηνικό και κατευθύνουν τον στόλο τους εναντίον της Κίνας. Θα είναι, όπως όλοι μαντεύουμε, μια πολύ μικρή υπόθεση…
Σε κάθε περίπτωση, εκεί βρίσκεται το κύριο διακύβευμα της σημερινής διπλωματικής κρίσης ανάμεσα στη Γαλλία και τις ΗΠΑ και όχι στον θυμό της Γαλλίας επειδή της στέρησαν ένα παχυλό συμβόλαιο ναυτικού εξοπλισμού. Σε αυτή την υπόθεση, πραγματική σημασία έχει να δούμε πώς πρέπει να αντιδράσει η Ευρώπη στην αντικινεζική στρατιωτική συμμαχία που ανακοίνωσε η Ουάσιγκτον μαζί με το Ηνωμένο Βασίλειο και την Αυστραλία. Όσο για τα υπόλοιπα –την απίθανη δημόσια ταπείνωση, την απιστία των «συμμάχων», την απουσία διαβούλευσης για μια μείζονα γεωπολιτική απόφαση– το γαλλικό προεδρικό μέγαρο έχει συνηθίσει τις αμερικανικές προσβολές εδώ και μια δεκαπενταετία. Είτε πρόκειται για την παρακολούθηση των προέδρων της Δημοκρατίας που αποκάλυψαν τα WikiLeaks, είτε για τον διαμελισμό και την αφομοίωση της Alstom από την General Electric (χάρη σε δικαστικές μηχανορραφίες που θυμίζουν τη μεγάλη ληστεία του τρένου) ή για τα κολοσσιαία πρόστιμα που επιβλήθηκαν εκβιαστικά σε γαλλικές εταιρείες και τράπεζες οι οποίες δεν εφάρμοσαν τις –αντίθετες με το διεθνές δίκαιο– κυρώσεις των ΗΠΑ στην Κούβα και το Ιράν (2). Για να απαντήσει στην αυστραλο-αμερικανική σφαλιάρα διαφορετικά από τη φαιδρή ανάκληση των Γάλλων πρεσβευτών στην Καμπέρα και την Ουάσιγκτον, ο Εμμανουέλ Μακρόν καλύτερα να είχε την έμπνευση να δώσει άμεσα πολιτικό άσυλο στον Τζούλιαν Ασάνζ και τον Έντουαρντ Σνόουντεν που έφεραν στο φως τα άπλυτα της αυτοκρατορίας. Ολόκληρος ο κόσμος θα είχε δώσει προσοχή σε ένα τέτοιο ξέσπασμα αξιοπρέπειας.
Ενόσω οι πρόεδροί της φλυαρούν, η Γαλλία υποβιβάζεται. Ενσωματώθηκε και πάλι στη στρατιωτική διοίκηση ενός ΝΑΤΟ κατευθυνόμενου από την Ουάσιγκτον, εγκαταλείπει όλο και περισσότερο τη διπλωματική αυτονομία της σε μια Ευρωπαϊκή Ένωση όπου αφθονούν οι υποτελείς των ΗΠΑ, διατηρεί απέναντι στη Ρωσία μια σειρά από κυρώσεις που απαγορεύουν κάθε συνεννόηση «από τον Ατλαντικό ώς τα Ουράλια», τη μόνη προοπτική που θα μπορούσε να κάνει τη Γηραιά Ήπειρο να ξεφύγει από την ασφυκτική λαβή της Αμερικής ή της Κίνας. Προκειμένου να μην βυθιστεί στην ασημαντότητα, η Γαλλία θα πρέπει επειγόντως να κάνει σαφές στην Ουάσινγκτον, αλλά και στο Πεκίνο, τη Μόσχα, το Τόκιο, το Ανόι, τη Σεούλ, το Νέο Δελχί, την Τζακάρτα ότι δεν θα συμφωνήσει ποτέ με τον πόλεμο του Ειρηνικού που ετοιμάζουν οι Ηνωμένες Πολιτείες (3).