el | fr | en | +
Accéder au menu

ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΗ

Η διαρκής απογοήτευση των Κούρδων

Οι μεγάλες αναταραχές που βιώνει η Μέση Ανατολή εδώ και τουλάχιστον τρεις δεκαετίες επέτρεψαν στους Κούρδους του Ιράκ και της Συρίας να αποσπάσουν εδαφική αυτονομία –ελλείψει της πολυπόθητης ανεξαρτησίας. Όμως, ενισχυμένες από τις αδελφοκτόνες έριδες, οι πολυάριθμες απειλές συνεχίζουν να υφίστανται. Ιδίως στη Ροζάβα, όπου εντείνεται ο κίνδυνος της τουρκικής εισβολής.

Τον Σεπτέμβριο του 2017, η Κουρδική Περιφερειακή Κυβέρνηση (ΚΠΚ) διενήργησε δημοψήφισμα υπέρ της ανεξαρτησίας του αυτόνομου κουρδικού θύλακα τον οποίο διοικεί στο Βόρειο Ιράκ. Παρά το συντριπτικό «ναι» του δημοψηφίσματος (92,73% ψήφοι υπέρ της ανεξαρτησίας), η πρωτοβουλία απέτυχε –κυρίως εξαιτίας της άρνησης της κεντρικής κυβέρνησης της Βαγδάτης να επικυρώσει το αποτέλεσμα, αλλά και της εχθρικής διάθεσης των μεγάλων δυνάμεων (ΗΠΑ και Ρωσίας) και των γειτονικών χωρών (Σαουδική Αραβία, Ιράν και Τουρκία) απέναντι στον διαμελισμό του Ιράκ (1). Η αποτυχία αποδυνάμωσε την Περιφερειακή Κυβέρνηση, η οποία αναγκάστηκε στη συνέχεια να παραχωρήσει σημαντικά εδάφη στις δυνάμεις της κεντρικής κυβέρνησης, συμπεριλαμβανομένης της –στρατηγικής σημασίας– πόλης Κιρκούκ. Δυτικότερα, οι προοπτικές μοιάζουν το ίδιο δυσοίωνες για την προσφάτως σχηματισθείσα κουρδική οντότητα στη βορειοανατολική Συρία, γνωστή ως Δημοκρατική Ομοσπονδία της Βόρειας Συρίας ή Ροζάβα («Δύση» στην κουρδική γλώσσα). Η οντότητα αυτή βιώνει διαρκή απειλή από το συριακό καθεστώς και πλήττεται από τακτικές επιθέσεις του τουρκικού στρατού (2). Μπορεί οι εδαφικές διεκδικήσεις των Κούρδων να ματαιώνονται από τα παιχνίδια των μεγάλων και των περιφερειακών δυνάμεων, περιπλέκονται όμως και από τις εσωτερικές αντιπαλότητες των πολιτικών εκπροσώπων τους.

JPEG - 457.3 kio

Είναι αδύνατο να θίξουμε το ζήτημα της σταθερότητας στη Μέση Ανατολή χωρίς να εξετάσουμε την κουρδική εξαίρεση. Την επομένη της λήξης του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, η περιοχή αναδιαμορφώθηκε, περνώντας από αυτοκρατορίες στα χέρια δυναστειών σε νέα κράτη, δημιουργημένα στη βάση εθνοτικών κριτηρίων: την Τουρκία και τις αραβικές χώρες (Ιράκ, Λίβανος κ.λπ.). Στο χάρτη, οι Κούρδοι συνιστούσαν «έναν λαό χωρίς κράτος», καθώς ήταν διασκορπισμένοι μεταξύ της Τουρκίας, της Συρίας, του Ιράκ και του Ιράν, χώρες που ελάχιστα σεβάστηκαν ή ακόμη και αρνήθηκαν τα θεμελιώδη δικαιώματά τους. Αυτή ήταν η αιτία για πολυάριθμες εξεγέρσεις, τις οποίες ακολούθησαν κύματα καταστολής. Τα τελευταία χρόνια, η αποδυνάμωση και η κατάρρευση του ιρακινού και του συριακού κράτους πρόσφεραν νέες ευκαιρίες στους Κούρδους –ιδίως από τη στιγμή που οι στρατιωτικές οργανώσεις τους στο Ιράκ και στη Συρία υπήρξαν οι κύριοι σύμμαχοι των (υπό την ηγεσία των ΗΠΑ) διεθνών συνασπισμών κατά του μπααθικού καθεστώτος του Σαντάμ Χουσεΐν το 2003 και κατά του Ισλαμικού Κράτους (ΙΚ ή ΙΣΙΣ) μετά το 2014. Η τελευταία εμπλοκή στον αγώνα κατά του ΙΚ έφερε μια πρωτοφανή διεθνή υποστήριξη στους Κούρδους μαχητές και στον αγώνα τους. Ευνόησε επίσης την ανάδυση μιας αυτόνομης κουρδικής οντότητας στη Συρία, αφότου η κινητοποίηση των Κούρδων του Ιράκ τους είχε επιτρέψει να πετύχουν την αναγνώριση της αυτονομίας της Κουρδικής Περιφερειακής Κυβέρνησης στο ιρακινό Σύνταγμα του 2005 (3).

Ωστόσο, οι εσωτερικές αντιπαραθέσεις δεν κόπασαν, και ιδίως στο ιρακινό Κουρδιστάν, με την αντιπαλότητα μεταξύ της Πατριωτικής Ένωσης του Κουρδιστάν (UPK) και του Δημοκρατικού Κόμματος του Κουρδιστάν (PDK). Ως αποτέλεσμα, το Ιράκ έμεινε χωρίς Πρόεδρο της Δημοκρατίας –και συνεπώς χωρίς κυβέρνηση– επί αρκετούς μήνες. Από το 2005, η θέση του Προέδρου –εθιμοτυπική, αλλά συμβολική για την ενότητα του ιρακινού λαού– αναλαμβάνεται από Κούρδο, μετά από ψηφοφορία στο Κοινοβούλιο και στο πλαίσιο μιας συμφωνίας μεταξύ των δύο κουρδικών κομμάτων: η προεδρία του Ιράκ πηγαίνει στην Πατριωτική Ένωση του Κουρδιστάν, ενώ η διοίκηση της Περιφερειακής Κυβέρνησης στο Δημοκρατικό Κόμμα του Κουρδιστάν. Ωστόσο, μετά τις εθνικές βουλευτικές εκλογές του Οκτωβρίου 2021, και οι δύο πολιτικοί σχηματισμοί παρουσίασαν δικό τους υποψήφιο για την ηγεσία του ιρακινού κράτους, προκαλώντας θεσμικό αδιέξοδο. Μόλις τον Οκτώβριο του 2022, ο Αμπντούλ Λατίφ Ρασίντ, μέλος του UPK, κατάφερε τελικώς να εκλεγεί πρόεδρος, χάρη σε έναν συμβιβασμό μεταξύ των δύο παρατάξεων και άλλων πολιτικών σχηματισμών του Ιράκ. Όμως, παρά το τέλος της κρίσης, οι ηγέτες του PDK εξακολουθούν να θεωρούν ότι οι απαιτήσεις του UPK είναι υπερβολικά υψηλές σε σχέση με τα εκλογικά αποτελέσματά του. «Το UPK δεν αντιπροσωπεύει ούτε το ήμισυ του κουρδικού λαού», επιβεβαιώνει ο Μαχμούντ Μοχάμεντ, μέλος του πολιτικού γραφείου του PDK.

Μια νέα γενιά ηγετών

Από την πλευρά του, το UPK, η εκλογική βάση του οποίου συγκεντρώνεται στο ανατολικό κομμάτι του ιρακινού Κουρδιστάν, διαμαρτύρεται για τον έλεγχο που ασκεί το PDK στην Περιφερειακή Κυβέρνηση, η οποία έχει έδρα την πόλη Ερμπίλ: ισχυρίζεται ότι οδηγεί σε άδικη κατανομή των οικονομικών πόρων. Παρ’ όλο που η Περιφερειακή Κυβέρνηση λαμβάνει το 17% των εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού του Ιράκ, δεν εξυπηρετούνται επαρκώς οι ανάγκες της επαρχίας Σουλεϊμανίγια, όπου το UPK έχει ισχυρή παρουσία, με τους εργαζόμενους του δημόσιου τομέα, ιδίως εκπαιδευτικούς και δημοτικούς υπαλλήλους, να διαδηλώνουν τακτικά για τις καθυστερήσεις στις καταβολές των μισθών τους. Τα δύο κόμματα ερίζουν επίσης και για τον έλεγχο της παραγωγής πετρελαίου και τη διανομή των κερδών, καθώς η Περιφερειακή Κυβέρνηση διαθέτει αποθέματα μαύρου χρυσού της τάξης των 45 δισεκατομμυρίων βαρελιών (το 30% των αποθεμάτων του Ιράκ) και φυσικού αερίου της τάξης των 8.000 με 10.000 δισεκατομμυρίων κυβικών μέτρων.

Μια πιο θεμελιώδης εσωτερική διαφωνία έγκειται στην ενοποίηση των μαχητών Πεσμεργκά υπό ενιαία διοίκηση. Από το 1992 και την επίτευξη της κουρδικής αυτονομίας χάρη στην αμερικανική προστασία, δύο στρατιωτικοί σχηματισμοί διατηρούν υπό τον έλεγχό τους μία σαφώς καθορισμένη περιοχή ο καθένας. Η μονάδα 70 είναι πιστή στο UPK και η μονάδα 80 στο PDK. O διαχωρισμός αυτός αποδείχθηκε καταστροφικός σε πολλές περιπτώσεις: το 2014, όταν το IK επιτέθηκε στη μειονότητα των Γιεζίντι στην πόλη Σιντζάρ, οι Πεσμεργκά του PDK αποσύρθηκαν, επιτρέποντας τη σφαγή αρκετών χιλιάδων μελών της μειονότητας. Το 2017, όταν μετά το δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία ο ιρακινός στρατός προέλασε στο Κιρκούκ, οι Πεσμεργκά του UPK εγκατέλειψαν τις θέσεις τους, χάνοντας τον έλεγχο της πόλης-συμβόλου του πετρελαϊκού πλούτου του Κουρδιστάν (4). Μαζί της, η Βαγδάτη ανέκτησε και άλλα «αμφισβητούμενα εδάφη». «Με έναν ενοποιημένο και αναμορφωμένο στρατό Πεσμεργκά, θα είχαμε μια ευκαιρία να επιβιώσουμε. Με διαιρεμένες μονάδες Πεσμεργκά, κινδυνεύουμε με περισσότερες ήττες», εξηγεί ο Νιγιάζ Μπαρζανί, επικεφαλής της υπηρεσίας εξωτερικής πολιτικής και διπλωματίας στην προεδρία της Περιφερειακής Κυβέρνησης.

Ο άμεσος έλεγχος μιας στρατιωτικής δύναμης από κάθε κόμμα συνεπάγεται πως οποιαδήποτε πολιτική διαφωνία ενέχει τον κίνδυνο ένοπλης σύγκρουσης, όπως άλλωστε συνέβη τη δεκαετία του 1990. Εμποδίζει επίσης την εγκαθίδρυση μιας αποτελεσματικής διοίκησης υπεράνω κομματικών ζητημάτων. Εάν μία από τις δύο παρατάξεις ηττηθεί σε οποιαδήποτε εκλογική αναμέτρηση, μπορεί πολύ εύκολα να μπει στη λογική του στρατιωτικού καταναγκασμού για τη διατήρηση της πολιτικής ηγεμονίας της (5). Εντούτοις, οι ηγεσίες του PDK και του UPK έχουν σε έναν βαθμό ανανεωθεί, γεγονός που δημιουργεί νέες ευκαιρίες, παράλληλα όμως προκαλεί και νέες εντάσεις. Το PDK, ιστορικός κουρδικός πολιτικός σχηματισμός, ιδρύθηκε το 1946 από τον Μουσταφά Μπαρζανί στο Μαχαμπάντ του Ιράν. Παν-κουρδικών αντιλήψεων στις απαρχές του, θεωρείται πλέον ένα παραδοσιοκρατικό κόμμα, υπό τον αυστηρό έλεγχο της οικογένειας Μπαρζανί. Μετά το θάνατο του ιδρυτή του το 1979, ο γιος του Μασούντ ανέλαβε την ηγεσία του κόμματος και των στρατιωτικών δυνάμεών του. Ο ίδιος διατέλεσε επίσης πρόεδρος της Κουρδικής Περιφερειακής Κυβέρνησης από το 2005 έως και τον Νοέμβριο του 2017, οπότε και παραιτήθηκε μετά την αποτυχία του δημοψηφίσματος, το οποίο είχε πραγματοποιηθεί με δική του πρωτοβουλία. Παρ’ όλα αυτά, εξακολουθεί να κινεί τα νήματα ενόσω μια νέα γενιά ηγετών, προερχόμενων από την οικογένειά του, αναλαμβάνει τα ηνία.

Προτιμώντας το δυτικό κοστούμι από τη στολή παραλλαγής, αυτοί οι νεαροί άνδρες ουδέποτε ενεπλάκησαν σε ενδοκουρδικές διαμάχες. Στερούμενοι όμως της νομιμοποίησης που απολάμβαναν οι προκάτοχοί τους –βετεράνοι των μαχών κατά του στρατού του Σαντάμ Χουσεΐν– οφείλουν τη θέση τους στην κορυφή της πολιτικής ιεραρχίας μονάχα στην ιδιότητά τους ως μέλη της δυναστείας Μπαρζανί. Η κουρδική κοινωνία δεν αμφισβητεί το προνόμιό τους αυτό, ανησυχεί όμως για την εμφάνιση νέων συσχετισμών δυνάμεων στο εσωτερικό της ίδιας της εξουσίας. Μετά την παραίτηση του Μασούντ Μπαρζανί από την προεδρία της Περιφερειακής Κυβέρνησης, τη θέση του ανέλαβε ο ανιψιός του Νετσερβάν Μπαρζανί, ενώ τη θέση του πρωθυπουργού ο γιος του Μασρούρ. Καθώς οι δύο θέσεις εξουσίας δεν έχουν διακριτές αρμοδιότητες, καθορισμένες ρητά στα νομοθετικά κείμενα που διέπουν τη λειτουργία της Περιφερειακής Κυβέρνησης, η αντιπαλότητα εντείνεται συνεχώς, ενώ οι πολιτικές εντάσεις έχουν κλιμακωθεί.

Η μάχη για την εξουσία ήταν σκληρότερη στο εσωτερικό του UPK. Μετά τον θάνατο του ιδρυτή και ιστορικού ηγέτη του Τζαλάλ Ταλαμπανί το 2017, ήρθαν αντιμέτωποι o γιος του Μπαφέλ και ο ανιψιός του Λαχούρ. Νωρίτερα, οι δύο άνδρες είχαν από κοινού φροντίσει να εκκαθαρίσουν την παλιά φρουρά από την παράταξη, έως τη μεταξύ τους σύγκρουση που οδήγησε στη νίκη του Μπαφέλ και στην απομάκρυνση του εξαδέλφου του από την ηγεσία του UPK (6). Επομένως, η σταθερότητα του ιρακινού Κουρδιστάν θα εξαρτηθεί τόσο από την ικανότητα των δύο παρατάξεων να διαχειριστούν τις μεταξύ τους διαφορές τους όσο και από τον τρόπο με τον οποίο η νέα γενιά ηγετών θα ασκήσει την εξουσία της στο εσωτερικό της κάθε οργάνωσης.

Τι συμβαίνει όμως στις σχέσεις μεταξύ της Κουρδικής Περιφερειακής Κυβέρνησης και της Ροζάβα; Ένα ταξίδι από το Ερμπίλ, την πρωτεύουσα της Περιφερειακής Κυβέρνησης, στο Καμισλί (ή Καμεσλιγιέ), τη σημαντικότερη πόλη της Αυτόνομης Διοίκησης Βόρειας και Ανατολικής Συρίας, μαρτυρά το επίπεδο της εχθρότητας μεταξύ των δύο κουρδικών οντοτήτων. Τυπικά, η διαδρομή διαρκεί πέντε ώρες. Στην πράξη διαρκεί σχεδόν μια ολόκληρη ημέρα. Το συνοριακό φυλάκιο της Σιμάλκα –μια πλωτή γέφυρα στον ποταμό Τίγρη – είναι ανοιχτό μόνο τρεις ημέρες την εβδομάδα και μόνο για όσους φέρουν ειδική άδεια. Η κατάσταση αυτή προκύπτει από τις τεταμένες σχέσεις μεταξύ του PDK και του Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν (PKK), το οποίο ιδρύθηκε στο τουρκικό Κουρδιστάν αλλά στη Συρία εκπροσωπείται από το τοπικό του παρακλάδι, το Κόμμα Δημοκρατικής Ένωσης (PYD) και την ένοπλη πτέρυγά του, τις Μονάδες Προστασίας του Λαού (YPG).

Διάλογος με τους Τούρκους;

Κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών, οι ένοπλες συγκρούσεις μεταξύ του PKK και του PDK αναζωπύρωσαν τους φόβους για έναν νέο ενδοκουρδικό πόλεμο. Οι συγκρούσεις αυτές είναι απότοκο των μαζικών επιθέσεων του τουρκικού στρατού κατά των Κούρδων ανταρτών στο εσωτερικό της Τουρκίας. Από το 2015, η Άγκυρα κατόρθωσε να περιορίσει τις στρατιωτικές δραστηριότητες του PKK με τίμημα την καταστροφή της Σουρ, της παλιάς πόλης του Ντιγιάρμπακιρ (7). Ως αποτέλεσμα αυτής της πίεσης, οι Κούρδοι μαχητές διασκορπίστηκαν σε νέες περιοχές στο εσωτερικό του Ιράκ και της Συρίας. Η παρουσία τους διόλου δεν εκτιμήθηκε από το PDK, το οποίο από καιρό επιδιώκει τη διατήρηση καλών σχέσεων με την Άγκυρα.

Όμως, οι ηγέτες της Ροζάβα δεν ανησυχούν τόσο για τις κακές σχέσεις τους με το PDK όσο για την Τουρκία. Η Άγκυρα έχει επανειλημμένα απειλήσει να εισβάλει σε ολόκληρη τη βόρεια Συρία προκειμένου να συγκροτήσει μια «ζώνη ασφαλείας» βάθους τριάντα χιλιομέτρων για την εγκατάσταση των Σύρων προσφύγων που ζουν στο έδαφός της και τη δημιουργία μιας «αραβικής περιμέτρου» στα νότια σύνορά της (8). Πολλοί παρατηρητές εκτιμούν ότι η εισβολή αυτή δεν έχει ακόμη πραγματοποιηθεί εξαιτίας της παρουσίας περίπου εννιακοσίων Αμερικανών στρατιωτικών, διεσπαρμένων σε πάνω από δώδεκα βάσεις. Τι θα συνέβαινε αν αποσύρονταν; «Ουδέποτε διακόψαμε τις σχέσεις μας με τη Ρωσία, παρά τη στρατιωτική συμμαχία μας με τις ΗΠΑ», επισημαίνει ο Αμπντουλκαρίμ Ομάρ, ντε φάκτο υπουργός Εξωτερικών της Αυτόνομης Διοίκησης. Ο Σαλέχ Μουσλίμ, συμπρόεδρος του PYD, μας υποδέχεται σε ένα στρατιωτικό συγκρότημα κοντά στη Χασάκα για να υπογραμμίσει την ικανότητα των Κούρδων της Συρίας να αντιμετωπίσουν μια τουρκική επίθεση. Λόγω της γειτνίασης με μια αμερικανική στρατιωτική βάση, ο ήχος των ελικοπτέρων διακόπτει συνεχώς τη συζήτησή μας. «Ο τουρκικός στρατός δεν είναι σε θέση να νικήσει τους αντάρτες [του PKK] στα βουνά», εξηγεί, αναφερόμενος στις συχνές μάχες στο βόρειο Ιράκ. Όταν τον ρωτάμε για τις πιθανότητες επικράτησης των κουρδικών δυνάμεων σε μια ενδεχόμενη επίθεση της Τουρκίας στη Συρία, με δεδομένο το επίπεδο έδαφος των άγονων στεπών της Ροζάβα, η απάντησή του είναι λακωνική: «Δεν έχουμε βουνά εδώ, αλλά μπορούμε να σκάψουμε σήραγγες».

Μεταξύ των Κούρδων της Συρίας, υπάρχουν ορισμένες φωνές που ζητούν διάλογο με την Τουρκία. «Οι Κούρδοι δεν θα καταφέρουν να δημιουργήσουν ανεξάρτητο κράτος στη σημερινή Συρία, οπότε ας σκεφτούμε πώς θα επιτύχουμε τη σταθερότητα αντί για έναν διαρκή πόλεμο», εκτιμά ο Νασέρ Χαζ Μανσούρ, διευθυντής του Συριακού Κέντρου Έρευνας και Διαλόγου, Κούρδος και ο ίδιος. Αναρωτιέται ωστόσο για την προθυμία της Άγκυρας να κάνει παραχωρήσεις, έστω και μικρές. Σε κάθε περίπτωση, η Ροζάβα και η Κουρδική Περιφερειακή Κυβέρνηση παραμένουν πιο σταθερές και ευημερούσες από πολλά κράτη της περιοχής που απειλούνται με κατάρρευση, όπως ο Λίβανος ή η Συρία. Η επιβίωση και των δύο αυτόνομων οντοτήτων θα εξαρτηθεί τόσο από τις ευρύτερες αναταραχές στη Μέση Ανατολή όσο και από τη συνεργασία μεταξύ των Κούρδων.

Vicken Cheterian

Λέκτορας Ιστορίας και Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης
μετάφραση: Ελίνα Βέτση

(1Βλ. Laurent Perpigna Iban, «Un référendum pour rien?», στο «1920-2020, le combat kurde», «Manière de voir», τ. 169, Φεβρουάριος-Μάρτιος 2020.

(2Βλ. Mireille Court και Chris Den Hond, «L’avenir suspendu du Rojava», «Le Monde diplomatique», Φεβρουάριος 2020.

(3Βλ. «Ιστορική ευκαιρία για τους Κούρδους», «Le Monde diplomatique – Ελληνική έκδοση», Αύγουστος 2013, monde-diplomatique.gr.

(4Βλ. Shahinez Dawood, «Kirkouk la disputée», στο «1920-2020, le combat kurde », όπ.π.

(5Πρβ. Hawre Hasan Hama, «The consequences of the fragmented military in Iraqi Kurdistan», «British Journal of Middle Eastern Studies», τόμος 48-2, Γλασκόβη 2021.

(6Πρβ. Amberin Zaman, «Talabani family feud at center of power struggle in Iraqi Kurdistan party», Al-Monitor, 14 Ιουλίου 2021, www.al-monitor.com.

(7Βλ. Laura-Maï Gaveriaux, «La sale guerre du président Erdoğan», «Le Monde diplomatique», Ιούλιος 2016.

(8Βλ. Jean Michel Morel, «La Syrie, une nouvelle Atlantide?», «Le Monde diplomatique», Φεβρουάριος 2023.

Μοιραστείτε το άρθρο