Στις 27 Νοεμβρίου 2007, το ίδιο κόμμα πήρε την πρωτοβουλία, αυτή τη φορά στη Χεβρώνα, για την πρώτη διαδήλωση διαμαρτυρίας ενάντια στη διάσκεψη της Αννάπολης, η οποία υποτίθεται ότι θα δρομολογούσε εκ νέου τη διαδικασία της ισραηλο-παλαιστινιακής ειρήνης, υπό την αιγίδα των ΗΠΑ. Η Χαμάς συμμετείχε στην πορεία διαμαρτυρίας, η καταστολή της οποίας από τη Φάταχ κατέληξε στον θάνατο ενός διαδηλωτή.
Το Κόμμα της Ισλαμικής Απελευθέρωσης δεν έπαψε από τότε να επεκτείνει τα δίκτυά του στη Δυτική Οχθη του Ιορδάνη, μέχρι τις πανεπιστημιουπόλεις όπου το Μπλοκ της Ισλαμικής Συνείδησης καλεί τους σπουδαστές να εγκαταλείψουν κάθε εθνικιστική προσδοκία για να συγκεντρωθούν μόνο στην παλινόρθωση του χαλιφάτου. (1) Ακόμα και οι πιο επιεικείς παρατηρητές, οι οποίοι εκτιμούν σε δύο ή τρεις εκατοντάδες τον αριθμό των Παλαιστινίων που είναι μέλη του κόμματος, υπογραμμίζουν τη σοβαρότητα και τη σταθερότητα των στελεχών του.
Για το Κόμμα της Ισλαμικής Απελευθέρωσης, που ιδρύθηκε το 1952 από έναν παλαιστίνιο σεΐχη, τον Τακιεντίν Ναμπαχάνι, είναι πάντως μια εκπληκτική επιστροφή στις πηγές. Ο Ναμπαχάνι ήταν μουσουλμάνος δικαστής (κάντι) στη Χάιφα κατά τη διάρκεια της βρετανικής Εντολής (1922-1948). Σπούδασε στο αιγυπτιακό πανεπιστήμιο του Αλ Άζχαρ, όπου εντάχθηκε στους Αδελφούς Μουσουλμάνους. Ενεργό μέλος της Αδελφότητας στη Ναμπλούς και μετά στην Ιερουσαλήμ, διαφωνεί, το 1950, και στη συνέχεια εκδίδει το βιβλίο «Να σώσουμε την Παλαιστίνη».
Αντλώντας διδάγματα από την ίδρυση του κράτους του Ισραήλ, αλλά επίσης και από την προσάρτηση της Δυτικής Όχθης του Ιορδάνη στην Ιορδανία, τονίζει ότι ο εθνικισμός είναι το χειρότερο εμπόδιο στον δρόμο για την ανακατάληψη της Παλαιστίνης.
Οι αποικιακές δυνάμεις έχουν χειραγωγήσει, κατά τη γνώμη του, τις αραβικές διαμαρτυρίες κατά τη διάρκεια του οθωμανικού χαλιφάτου, που καταργήθηκε από τον Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ το 1924.
Ο Ναμπαχάνι υποστηρίζει, αντίθετα, την ανάδυση ενός ομοσπονδιακού ισλαμικού κράτους, κάτω από τη διοίκηση ενός άραβα χαλίφη, όπως συνέβη από τον θάνατο του προφήτη Μουχάμαντ, το 632, μέχρι την πτώση της Βαγδάτης των Αββασιδών στα χέρια των Μογγόλων το 1258. Το εργαλείο αυτής της παγκόσμιας αναγέννησης, η οποία κάνει να φαίνονται αρκετά δειλά τα πολιτικά σχέδια των Αδελφών Μουσουλμάνων, είναι μια ελιτιστική και υπερεθνική πρωτοπορία: το Κόμμα της Ισλαμικής Απελευθέρωσης.
Απ’ τις εκλογές στην παρανομία
Ο Ναμπαχάνι δεν πετυχαίνει το 1952 τη νομιμοποίηση του κόμματός του στην Ιορδανία, όπου όμως οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι είναι ήδη γνωστοί, και το Κόμμα της Ισλαμικής Απελευθέρωσης καταγράφεται ως απλή ένωση. Εξόριστος στη Συρία ανάμεσα στο 1953 και το 1959, ο Ναμπαχάνι επιτρέπει στο κόμμα του να συμμετάσχει στις ιορδανικές εκλογές. Αλλά μια νέα εκδίωξη, αυτή τη φορά από τη Δαμασκό προς τη Βηρυτό, τον οδηγεί να καταγγείλει την ίδια την ιδέα των εκλογών, για να συγκεντρωθεί στην παράνομη συγκρότηση του Κόμματος της Ισλαμικής Απελευθέρωσης.
Τα μέλη του πυρήνα της βάσης, της χάλκα (επί λέξει ο «κύκλος»), δεν γνωρίζουν τίποτε από το αμέσως ανώτερο επίπεδο της οργάνωσης. Η θέση του στην παρανομία, όπως και οι επανειλημμένες κλήσεις για την εγκαθίδρυση του χαλιφάτου, κινητοποιούν εναντίον του όλες τις υπηρεσίες πληροφοριών και καταστολής της Μέσης Ανατολής, κάτι το οποίο προκαλεί σχεδόν την εξαφάνισή του από την περιοχή κατά τη δεκαετία του ’70.
Ύστερα από δύο δεκαετίες πολιτικής χειμερίας νάρκης, το Χεζμπ ελ Ταχρίρ αναδύεται με εντυπωσιακή ζωτικότητα στην περιφέρεια του ισλάμ, στην κεντρική Ασία από τη μια πλευρά και στις μουσουλμανικές κοινότητες στην Ευρώπη από την άλλη.
Με τη διάλυση της Σοβ. Ένωσης το Κόμμα της Ισλαμικής Απελευθέρωσης ριζώνει ενεργά στο Τατζικιστάν, όπου παραμένει ουδέτερο κατά τη διάρκεια του εμφύλιου πολέμου (1992-1995) ανάμεσα σε ισλαμιστές και πρώην κομμουνιστές -θέση που προαναγγέλλει, κατά κάποιον τρόπο, την παράλληλη αμφισβήτηση τόσο της Χαμάς όσο και της Φατάχ στην Παλαιστίνη, 15 χρόνια αργότερα.
Το Χεζμπ ελ Ταχρίρ αναπτύσσει τη στρατολόγηση των μελών του υπέρ της ειρηνευτικής διαδικασίας στο Τατζικιστάν, που του επιτρέπει ταυτόχρονα να καταγγέλλει τους συμβιβασμούς του ισλαμιστικού κινήματος με την «άπιστη» εξουσία και να αμφισβητεί τα σύνορα που κληρονομήθηκαν από τη Σοβιετική Ένωση. (2)
Στο Ουζμπεκιστάν, το Κόμμα της Ισλαμικής Απελευθέρωσης γίνεται το «μαύρο πρόβατο» της αστυνομίας, η οποία επισείει το φάσμα μιας περιφερειακής ανατροπής για να εξασφαλίσει την κατανόηση των δυτικών δυνάμεων.
Δεν υπάρχει αμφιβολία, ωστόσο, για την ύπαρξη ενός κεντροασιατικού δικτύου του Χεζμπ ελ Ταχρίρ. Πιο ανατολικά, στην Ινδονησία, το Κόμμα της Ισλαμικής Απελευθέρωσης απολαμβάνει την πιο ισχυρή εδραίωση. Εκεί συγκεντρώνει, στο όνομα του χαλιφάτου, πολλές δεκάδες χιλιάδες διαδηλωτές σε ένα στάδιο στην Τζακάρτα, τον Αύγουστο του 2007.
Στον υπόλοιπο μουσουλμανικό κόσμο, το Χεζμπ ελ Ταχρίρ δεν είναι παρά ένας αστερισμός μικροομάδων, με αυξημένη βέβαια σημασία λόγω της πρόσδεσής τους σε μια παγκόσμια οργάνωση.
Στην Ευρώπη, το Ηνωμένο Βασίλειο είναι προφανώς το κυριότερο στήριγμα του Κόμματος της Ισλαμικής Απελευθέρωσης, το οποίο πραγματοποιεί εκεί νομίμως μια έντονη προπαγανδιστική δουλειά. (3) Εκδίδει, για παράδειγμα, δύο τριμηνιαίες επιθεωρήσεις: η μία, πολιτιστικού προσανατολισμού, με τίτλο «Νέος πολιτισμός», και η άλλη με στόχο την οικογενειακή διαπαιδαγώγηση, με τίτλο «Σαλάμ» (Ειρήνη). Το κόμμα εκμεταλλεύεται το ινδοπακιστανικό ρεύμα μεταξύ των μεταναστών, το οποίο ιστορικά είναι ευνοϊκό προς το χαλιφάτο. (4)
Το Κόμμα της Ισλαμικής Απελευθέρωσης κατορθώνει επίσης να συγκεντρώσει τις οπαδούς του, καλυμμένες εξ ολοκλήρου, μπροστά στη γαλλική πρεσβεία στο Λονδίνο, για να καταγγείλει τον νόμο του Μαρτίου 2004 για τα θρησκευτικά σύμβολα στο δημόσιο σχολείο. Μάχεται με σφοδρότητα ενάντια στη «διάλυση» του ισλάμ μέσα στις δυτικές αξίες, βεβαιώνοντας ότι: «Στη Γαλλία, θέλουν να αλλάξουν αυτό που οι μουσουλμάνοι έχουν πάνω στο κεφάλι τους. Εδώ, θέλουν να αλλάξουν αυτό που οι μουσουλμάνοι έχουν μέσα στο κεφάλι τους». (5)
Το Κόμμα της Ισλαμικής Απελευθέρωσης συνδέθηκε εδώ και καιρό, στο Ηνωμένο Βασίλειο, με την εντυπωσιακή φυσιογνωμία του σύρου υποστηρικτή του τζιχάντ Ομάρ Μπάκρι, ο οποίος ωστόσο διαχωρίζει τη θέση του από την οργάνωση, από το 1996. Παρά τη δημόσια καταδίκη της τρομοκρατίας και της Αλ Κάιντα, η «Ισλαμική Απελευθέρωση» δέχθηκε σφοδρές επικρίσεις από τα μέσα ενημέρωσης του Λονδίνου μετά τις βομβιστικές επιθέσεις του Ιουλίου 2005, αλλά οι βρετανικές υπηρεσίας ασφαλείας δεν συγκέντρωσε αρκετά στοιχεία για να το θέσει εκτός νόμου.
Επίσης η θεμελιακή εχθρότητα του Κόμματος της Ισλαμικής Απελευθέρωσης στους δημοκρατικούς θεσμούς και η άρνησή του για κάθε δικαίωμα του Ισραήλ στην ύπαρξη τού προκαλούν δικαστικές περιπέτειες στη Γερμανία και στη Δανία.
Στη Γαλλία και στην Ισπανία, οι παράνομοι πυρήνες του Χεζμπ ελ Ταχρίρ αποτελούν αντικείμενο αυστηρής παρακολούθησης.
Αλλά και η Αλ Κάιντα προσπάθησε, τον Οκτώβριο του 2006, να κάνει να ξεχαστεί ο πλήρως μειοψηφικός της χαρακτήρας, ανακηρύσσοντας ένα «χαλιφάτο» στο διαδίκτυο και εμπιστευόμενη αυτή την εικονική ευθύνη σε έναν υποστηρικτή του... τζιχάντ στη Βαγδάτη. Ο ελιγμός δεν κράτησε πολύ: δεν μαλάκωσε την εχθρότητα του εθνικιστικού αντάρτικου απέναντι στην Αλ Κάιντα στο Ιράκ και δεν προκάλεσε καμία σημαντική συσπείρωση. Αντίθετα, η διεκδίκηση του χαλιφάτου χρησιμεύει θαυμάσια, και κατά τρόπο ανησυχητικό, σε όσους προωθούν τον «πόλεμο ενάντια στην τρομοκρατία» και προσπαθούν να προσδιορίσουν μια οικουμενική και μοναδική απειλή.
Ο αμερικανός πρόεδρος Τζορτζ Μπους εξακολουθεί να κινητοποιεί ουσιαστικά την κοινή γνώμη της χώρας του ενάντια «σε αυτό το χαλιφάτο, το οποίο θα ήταν μια ολοκληρωτική ισλαμική αυτοκρατορία, που θα κάλυπτε τα σημερινά και τα παλαιότερα εδάφη του ισλάμ, και θα απλωνόταν από την Ευρώπη ως τη βόρεια Αφρική, τη Μέση Ανατολή και τη νοτιοανατολική Ασία». (6)
Σενάρια για «δεξαμενές σκέψης»
Το χαλιφάτο των υποστηρικτών του τζιχάντ γίνεται, την κατάλληλη στιγμή, η νέα αυτοκρατορία του Κακού, της οποίας η επεκτατική τάση θα προκύπτει από μια ασυγκράτητη εχθρότητα απέναντι στη Δύση. Ελάχιστα ενδιαφέρει τον Λευκό Οίκο το γεγονός ότι κανένα χαλιφάτο δεν επεκτάθηκε ποτέ «από την Ευρώπη (...) ώς τη νοτιοανατολική Ασία».
Το χαλιφάτο των Ομμεγιαδών για παράδειγμα, που κατέρρευσε το 750 μ.Χ., και το οποίο ήταν ταυτόχρονα το παλαιότερο και το εκτενέστερο, συσπείρωνε, κάτω από μια μάλλον χαλαρή εξουσία, εδάφη που περιλαμβάνονταν ανάμεσα στα Πυρηναία και τον Ινδό ποταμό. Αλλά η εμπειρία υπήρξε εφήμερη, και το οθωμανικό χαλιφάτο υπήρξε ακόμη λιγότερο φιλόδοξο. Όμως, οι ιδεολόγοι της «σύγκρουσης των πολιτισμών» παίζουν το παιχνίδι δραστήριων μειονοτήτων σαρώνοντας κάθε προοπτική και μεγαλοποιώντας το εύρος ενός πλανητικού κινδύνου.
Το Ιδρυμα Heritage Foundation περιγράφει ήδη από το 2003 το Χεζμπ ελ Ταχρίρ ως «μια αναδυόμενη απειλή ενάντια στα αμερικανικά συμφέροντα στην κεντρική Ασία». (7) Και το Nixon Center ακολουθεί την επόμενη χρονιά αφιερώνοντας ένα σεμινάριο (στην Άγκυρα) και μια έκθεση στην «πολιτική εξέγερση». (8) Το Κόμμα της Ισλαμικής Απελευθέρωσης αριθμεί αναμφίβολα μερικές δεκάδες χιλιάδες μέλη σε όλο τον κόσμο. Αλλά ο αριθμός ενός εκατομμυρίου μελών σε σαράντα χώρες, που προκύπτει από τις ίδιες αμερικανικές πηγές, συμβάλλει όσο τίποτα στο να προβληθεί στην κοινή γνώμη το φάσμα μιας σύγχρονης ισλαμικής Κομιντέρν.
Η προπαγάνδα υπέρ του χαλιφάτου στην Παλαιστίνη πρέπει να αναλυθεί ως τέτοια. Δικαιολογεί την άρνηση του Κόμματος της Ισλαμικής Απελευθέρωσης να έχει έναν ένοπλο βραχίονα παρόμοιο με αυτούς της Χαμάς και της Φατάχ.
Οι αφίσες του διαφέρουν, στους τοίχους της Δυτικής Όχθης, από τη λιτανεία των «μαρτύρων» των διαφόρων οργανώσεων. Το Χεζμπ ελ Ταχρίρ επιτρέπει να καλλιεργείται ένας πουριτανισμός του αγώνα, χωρίς να προκαλεί την οργή του Ισραήλ ή της Παλαιστινιακής Αρχής, και ακόμη χωρίς να διατρέχει τον κίνδυνο της εκλογικής αποδοκιμασίας, καθώς η οργάνωση απαγορεύει τη συμμετοχή σε οποιαδήποτε ψηφοφορία.
Η καθυστερημένη αναγνώριση του σεΐχη Ναμπαχάνι εκφράζει, έτσι, την άρνηση της συγκεκριμένης πολιτικής και μια εξαιρετική συσσώρευση απογοήτευσης.
Υπάρχουν πολλοί λόγοι να στοιχηματίσει κανείς ότι, αν ανοίξει ξανά ο δρόμος προς ένα κράτος πραγματικά ανεξάρτητο, θα εξαντλήσει την αντισταθμιστική λειτουργία αυτού του κόμματος της «απελευθέρωσης», και θα το ξαναστείλει στη θέση της αίρεσης στην οποία βρισκόταν επί δύο γενεές.
«Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία»