Στα τέλη Σεπτεμβρίου του 2006, μερικές ημέρες πριν από τις τελευταίες γενικές εκλογές, λίγοι οπαδοί μιας άγνωστης ένωσης της μικρής πόλης Κακάνι, στην κεντρική Βοσνία, συγκεντρώθηκαν στο Σεράγεβο. Κάτω από τα βλέμματα έκπληκτων διαβατών πέταξαν δοχεία με μπογιές στην πρόσοψη της προεδρίας του κράτους, πριν η αστυνομία τούς αντιμετωπίσει με ιδιαίτερη βία. Η απελπισμένη ενέργεια, η οποία απέβλεπε, όπως φαίνεται, να καταγγείλει την ακινησία και το πάγωμα των βοσνιακών θεσμών, (1) προκάλεσε ένα μικρό ρεύμα συμπάθειας στους δημοκρατικούς κύκλους του Σεράγεβου. Τις επόμενες ημέρες, διαδηλωτές κατήγγειλαν την αστυνομική βία, ωστόσο δεν συγκεντρώθηκαν παρά μόνο μερικές εκατοντάδες άτομα.
Συνεχώς στον δρόμο
Οι δημοκράτες του Σεράγεβου δεν χάνουν, εξάλλου, ευκαιρία να κατέβουν στους δρόμους. Τον χειμώνα και την άνοιξη του 2008 ο άγριος φόνος ενός έφηβου στο τραμ προκάλεσε μακρά σειρά από διαδηλώσεις. Το τραγικό συμβάν πρόσφερε άλλη μια ευκαιρία για να καταγγελθεί η ανικανότητα και η ανευθυνότητα των δημοτικών αρχόντων. Οι πρωτοβουλίες αυτές συγκεντρώνουν συνήθως πολύ νεαρά άτομα και συνταξιούχους, ορισμένοι από τους οποίους κρατούν πορτρέτα του στρατάρχη Τίτο...
Μια συνεσταλμένη αφύπνιση της κοινής γνώμης, που έρχεται σε αντίθεση με το λήθαργο που κυριαρχεί στην πολιτική τάξη. Πάντως, οι γενικές εκλογές της 1ης Οκτωβρίου 2006 σηματοδότησαν μια καμπή στη σύγχρονη ιστορία της χώρας. Οι «παλαιοί» εθνικιστικοί σχηματισμοί, που γεννήθηκαν το 1990, τη στιγμή της διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας -το Κόμμα Δημοκρατικής Δράσης (SDA), το Σερβικό Δημοκρατικό Κόμμα (SDS) και η Κροατική Δημοκρατική Κοινότητα (HDZ)- εγκαταλείπουν, για πρώτη φορά, το προσκήνιο, αλλά χωρίς αυτό να προκαλεί τη βελτίωση της ποιότητας του διαλόγου.
Το Κόμμα Δημοκρατικής Δράσης (SDA), το κυριότερο «βοσνιακό μουσουλμανικό» κόμμα, είδε τον υποψήφιό του για τη συλλογική προεδρία του κράτους, τον Σουλεϊμάν Τίχιτς, να ηττάται από τον χαρισματικό Χάρις Σιλάιτζιτς.
Ο τελευταίος του πολέμου
Πρώην πρωθυπουργός την εποχή του πολέμου, ο τελευταίος, είναι ένας διαφωνών του Κόμματος Δημοκρατικής Δράσης. Το κόμμα του, «το Κόμμα για τη Βοσνία - Ερζεγοβίνη» (SBiH), διεκδικεί «μια Βοσνία - Ερζεγοβίνη χωρίς οντότητες», δηλαδή αναδιοργανωμένη ως ενιαίο κράτος. Ο λόγος του απέφερε εδώ και καιρό στον Σιλάιτζιτς μια ορισμένη συμπάθεια στους δημοκρατικούς και αντιεθνικιστικούς κύκλους. Η νίκη του εξηγείται επίσης από την ανοιχτή υποστήριξη που του πρόσφερε ο «ρεΐς ουλ ουλεμά» Μουστάφα Εφέντι Τσέριτς, δηλαδή η ανώτατη αρχή του Ισλάμ στη Βοσνία - Ερζεγοβίνη.
Στο σερβικό στρατόπεδο, το Σερβικό Δημοκρατικό Κόμμα (SDS), σαρώθηκε από τον Μίλοραντ Ντόντικ και το κόμμα του, το Κόμμα των Ανεξάρτητων Σοσιαλδημοκρατών (SNSD). Βουλευτής στο σερβικό Κοινοβούλιο της Βοσνίας κατά τη διάρκεια του πολέμου, δεν συμμετείχε ποτέ άμεσα στο σύστημα εξουσίας που είχε εγκαθιδρυθεί από το Σερβικό Δημοκρατικό Κόμμα του Κάρατζιτς, ο οποίος συνελήφθη τον Ιούλιο, ύστερα από καταδίωξη δεκατριών ετών, και μεταφέρθηκε στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για την Πρώην Γιουγκοσλαβία. Η σχετική πολιτική «παρθενία» του κατέστησε τον Ντόντικ, ύστερα από την επιστροφή στην ειρήνη, έναν πολύ ευπαρουσίαστο «δημοκράτη», ο οποίος γρήγορα «επιλέχθηκε» και υποστηρίχθηκε από τους Δυτικούς, ιδιαίτερα από τις Ηνωμένες Πολιτείες, που βλέπουν σε αυτόν μια σερβική εναλλακτική λύση.
Στα χρόνια αμέσως μετά τον πόλεμο ο Ντόντικ προσέγγισε ουσιαστικά τη δημοκρατική αντιπολίτευση. Μετά από ένα πρώτο πέρασμα από τον επιχειρηματικό κόσμο, ανάμεσα στο 1998 και το 2001, ξεκίνησε ένα μικρό «πέρασμα της ερήμου». Κατόπιν, κατά τη διάρκεια της εκστρατείας για τις εκλογές του 2006, δεν δίστασε να υιοθετήσει όλες τις κλασικές διεκδικήσεις του σερβικού εθνικισμού της Βοσνίας, ζητώντας κυρίως το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση για την Ρεπούμπλικα Σέρπσκα και υποσχόμενος δημοψήφισμα για το θέμα. Η στρατηγική του απέδωσε. Το Κόμμα των Ανεξάρτητων Σοσιαλδημοκρατών πέτυχε μία χωρίς προηγούμενο συγκέντρωση εξουσιών. Το κόμμα διαθέτει την απόλυτη πλειοψηφία στη Βουλή της Ρεπούμπλικα Σέρπσκα, της οποίας ο Ντόντικ διευθύνει την κυβέρνηση. Αλλά εκπροσωπεί επίσης την πρώτη δύναμη μέσα στη Βουλή της Βοσνίας, και διευθύνει, με αυτή την ιδιότητα, τη βοσνιακή κυβέρνηση.
Αλλά ο Ντόντικ, νέος ισχυρός άνδρας της Βοσνίας, δεν πηγαίνει συχνά στο Σεράγεβο, προτιμώντας να μένει στο φέουδό του, στην Μπάνια Λούκα, την πρωτεύουσα της Ρεπούμπλικα Σέρπσκα. Και η βοσνιακή πολιτική ζωή μετατράπηκε σε μια αναμέτρηση ανάμεσα στον Σιλάιτζιτς και τον Ντόντικ, των οποίων οι θέσεις μοιάζουν διαμετρικά αντίθετες. Ενώ ο πρώτος διεκδικεί την εξαφάνιση των οντοτήτων, ο δεύτερος διεκδικεί γι’ αυτές περισσότερα ακόμη και την απόσχιση της Ρεπούμπλικα Σέρπσκα.
Η επικίνδυνη αυτή αντιπαράθεση έχει ως συνέπεια να περιθωριοποιεί τους άλλους πολιτικούς σχηματισμούς, ιδιαίτερα τους σοσιαλδημοκράτες, που δεν διαθέτουν πολιτικό όραμα, όπως επίσης την κροατική κοινότητα, η οποία δεν έχει πια μεγάλο δημογραφικό έρεισμα, ούτε πολιτική επιρροή.
Στην πραγματικότητα εκτιμάται ότι οι Κροάτες δεν εκπροσωπούν πλέον παρά το 10% έως 11% του πληθυσμού, έναντι του 17,5% στις παραμονές του πολέμου.
Η έλξη της Κροατίας, η οποία είναι πολύ πιο ακμάζουσα, κινδυνεύει να γίνει ακόμη πιο ζωντανή όταν αυτή η χώρα θα ενταχθεί, σε μερικά χρόνια, στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ταυτόχρονα, η κροατική πολιτική ηγεσία της Βοσνίας έχει υπονομευτεί από σκάνδαλα διαφθοράς, που έχουν προκαλέσει την περιθωριοποίηση πολλών στελεχών της Κροατικής Δημοκρατικής Κοινότητας (HDZ), η οποία κατέληξε να διασπαστεί σε δύο τμήματα.
Κροατική υποχώρηση
Σε αυτές τις συνθήκες, τα κροατικά κόμματα της Βοσνίας δεν εκπροσωπούν πια, σε εθνικό επίπεδο, παρά περιθωριακούς πολιτικούς παράγοντες, έστω και αν συνεχίζουν να ελέγχουν μόνα τους πολλά καντόνια της Ομοσπονδίας. «Οι Σιλάιτζιτς και Ντόντικ χρησιμοποιούν το γνωστό όπλο του φόβου για να κινητοποιήσουν τις δύο κοινότητές τους. Λειτουργούν όπως και το ζευγάρι Φράνιο Τούντζμαν και Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς άλλοτε», εξηγεί ο Σερντιάν Ντιζντάρεβιτς, πρόεδρος της Επιτροπής του Ελσίνκι για τη Βοσνία - Ερζεγοβίνη.
Η ενότητα της Βοσνίας - Ερζεγοβίνης απειλείται, άραγε, πραγματικά; Επί μήνες, οι ηγέτες του Βελιγραδίου, ιδιαίτερα ο Βόισλαβ Κοστούνιτσα, που ήταν τότε πρωθυπουργός, έσειαν την απειλή: εάν το Κόσοβο γίνει ανεξάρτητο, η Ρεπούμπλικα Σέρπσκα θα ακολουθήσει τον ίδιο δρόμο.
Ο Ντόντικ επαναλάμβανε το επιχείρημα για λογαριασμό του, αναρωτώμενος στο όνομα τίνος πράγματος απαγορευόταν στους Σέρβους της Βοσνίας αυτό που επιτρεπόταν στους Αλβανούς του Κοσόβου. Ωστόσο, μετά την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας του Κοσόβου, στις 17 Φεβρουαρίου 2008, δεν έγινε τίποτε, εκτός από ορισμένες διαδηλώσεις, αρκετά περιορισμένου εύρους, στην Μπάνια Λούκα και σε ορισμένες άλλες σερβικές πόλεις της Βοσνίας - Ερζεγοβίνης. Η απειλή είχε κυρίως ρητορική λειτουργία. Στην πραγματικότητα ο Ντόντικ δεν έχει καμία πρόθεση να ανακηρύξει την ανεξαρτησία της σερβικής οντότητας. Γνωρίζει καλά ότι θα οδηγούσε σε αδιέξοδο, αφού δεν θα αναγνωριζόταν.
Επιπλέον, μία προσάρτηση στη Σερβία δεν θα τον ικανοποιούσε επ’ ουδενί: σε αυτή την περίπτωση, ο ίδιος, που έχει πολύπλοκες σχέσεις με τους ηγέτες του Βελιγραδίου, δεν θα ήταν πια παρά ένας μικρός επαρχιακός βαρόνος... (2)
Η ανεξαρτησία του Κοσόβου αποτέλεσε, όμως, ένα εξαιρετικό νέο για τον Ντόντικ: έδωσε περισσότερο βάρος στην απειλή του για απόσχιση. Εκφέροντας σκληρό λόγο, ο πρωθυπουργός μπορεί ταυτόχρονα να διαβεβαιώνει τους Δυτικούς, υποσχόμενος ότι με αυτόν «τίποτε δεν θα κινηθεί», ενώ άλλοι σέρβοι ηγέτες θα μπορούσαν να μπουν πραγματικά σε μία περιπέτεια χωρίς διέξοδο.
Διπλό όφελος: ο Ντόντικ ενίσχυσε τη θέση του στις διαπραγματεύσεις, πείθοντας τους Ευρωπαίους ότι παραμένει ένας αναντικατάστατος παράγοντας «σταθερότητας» και ότι δεν θα πρέπει να ψάχνουν αφορμή για καβγά για τις υποθέσεις διαφθοράς στις οποίες εμπλέκεται το όνομά του - ο Ντόντικ αξιοποιεί πλήρως την πολιτική ηγεμονία του και την απουσία αξιόπιστης αντιπολίτευσης.
Αποδοτικό σύστημα
Το «σύστημα» που εγκαθιδρύθηκε από τον Ντόντικ αποδεικνύεται, έτσι, εξαιρετικά αποδοτικό. Μέσα σε δύο χρόνια κατάφερε να υποβάλει σε αφαίμαξη τη Ρεπούμπλικα Σέρπσκα. Οι ιδιωτικοποιήσεις που πραγματοποιήθηκαν, ιδιαίτερα των τηλεπικοινωνιών (3) και του διυλιστηρίου του Μπροντ, έγιναν κατά τρόπο αρκετά αμφισβητήσιμο, επιτρέποντας τον άμεσο πλουτισμό του Ντόντικ, του κόμματός του και των φίλων του.
Ταυτόχρονα ο πρωθυπουργός άπλωσε τη λαβή του πάνω στα μέσα ενημέρωσης: εκτός από τις δημόσιες τηλεοράσεις, ελέγχει ήδη τις δύο κυριότερες εφημερίδες της κοινότητας, τις καθημερινές «Glas Srpske» και «Nezavisne», που ήταν άλλοτε ανεξάρτητη.
Στην Μπάνια Λούκα ακούγονται όλο και πιο σπάνια επικριτικές φωνές, όπως εκείνη του δημοσιογράφου Σλόμπονταν Βάσκοβιτς. Γι’ αυτόν, «το σύστημα Ντόντικ είναι χειρότερο από το σύστημα του Ράντοβαν Κάρατζιτς. Εχει αναγορεύσει την κλοπή και τον εκφοβισμό σε μέθοδο διακυβέρνησης». Το σύστημα βασίζεται σε μια μικρή ομάδα περίπου δέκα προσώπων άμεσα συνδεδεμένων με τον Ντόντικ και καταγόμενων, όπως και αυτός, από την κωμόπολη Λακτάσι, καμιά δεκαριά χιλιόμετρα από την Μπάνια Λούκα.
Τα ονόματα των έμπιστων εμφανίζονται παντού στο περίπλοκο οργανόγραμμα των επιχειρήσεων που ελέγχονται από την εταιρεία Integral Inzenjering, που δημιουργήθηκε από τον Ντόντικ στις αρχές της δεκαετίας του ’90 και η οποία σαρώνει από τότε όλες τις συμβάσεις με το Δημόσιο. «Η διεθνής κοινότητα δημιούργησε τον Ντόντικ και συνειδητοποιεί -αλλά πολύ αργά- ότι δημιούργησε έναν νέο Μιλόσεβιτς. Η μόνη διαφορά είναι ότι δεν υπάρχει πια ζήτημα ιδεολογίας, ούτε εθνικισμού: τα μόνα που μετρούν είναι η εξουσία και το χρήμα», συνεχίζει ο Βάσκοβιτς. Στον επιχειρηματικό τομέα, ο Ντόντικ γνωρίζει επίσης να συνεννοείται με τους πολιτικούς αντιπάλους του των άλλων κοινοτήτων, ιδιαίτερα με τον Σιλάιτζιτς. Βρίσκει έτσι κανείς τα ονόματα των δύο ανδρών μερικές φορές μαζί, μερικές φορές σε αντιπαλότητα, στο νευραλγικό φάκελο της ενέργειας. Η Βοσνία αποτελεί ένα πραγματικό φυσικό υδραγωγείο, προσφέροντας μεγάλες δυνατότητες για την κατασκευή κεντρικών υδροηλεκτρικών σταθμών.
Σε μια περιοχή που υποφέρει από χρόνιο ενεργειακό έλλειμμα, το να πολλαπλασιαστούν τα φράγματα είναι δελεαστικό. Για την ώρα, μια πρωτοφανής κινητοποίηση πολιτών οδήγησε σε αποτυχία τα σχέδια για την κατασκευή φράγματος στον Βρμπάς, απέναντι από τη Μπάνια Λούκα, και στην Τάρα, στο Μαυροβούνιο, λίγα μέτρα από τα σύνορα με τη Βοσνία. Αλλά εξετάζονται και άλλες περιοχές.
Ευαίσθητο ζήτημα
Το να καταγγελθούν αυτά τα σχέδια, τα οποία θα είχαν σοβαρές περιβαλλοντικές επιπτώσεις, μοιάζει ακόμη περισσότερο ευαίσθητο ζήτημα, καθώς η οικονομία της χώρας βρίσκεται σε νεκρό σημείο. Η μόνη σημαντική επένδυση των τελευταίων χρόνων ήταν η εξαγορά των χαλυβουργείων της Ζένιτσα, στην Κροατο-μουσουλμανική Ομοσπονδία, από την ArcelorMittal.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, το ποσοστό της ανεργίας αγγίζει πάνω από το 40% του πληθυσμού. Τα συνδικάτα, εξίσου διαιρεμένα με βάση τις εθνικές γραμμές, είναι ανίκανα να διατυπώσουν προτάσεις ή να υπερασπιστούν τους εργαζόμενους. Τα τελευταία χρόνια οι αγρότες ή οι συνταξιούχοι έχουν κατέβει μόνο σε διαδηλώσεις απόγνωσης: και οι μεν και οι δε είχαν κατασκηνώσει για εβδομάδες μπροστά από το Κοινοβούλιο του Κράτους στο Σεράγεβο.
Το παρασιτικό σύστημα ευνοείται έντονα από το πολιτικό «πάγωμα» της χώρας. Το είδαμε κατά τη διάρκεια της πρόσφατης «μεταρρύθμισης» της αστυνομίας. Από το 1995 οι δυνάμεις της αστυνομίας εξαρτώνται ουσιαστικά από τις οντότητες, κάτι που ενισχύει τη διαίρεση της χώρας και καθιστά συχνά αβέβαιη τη συνέχιση κάθε έρευνας για εγκλήματα. Η μεταρρύθμιση -και η ενοποίηση- της αστυνομίας είναι μια ιστορία που επαναλαμβάνεται και διχάζει τη βοσνιακή πολιτική επί σειρά ετών.
Τελικά, τον περασμένο Απρίλιο, ο Ντόντικ δέχθηκε μια μεταρρύθμιση ουσιαστικά κενή από κάθε περιεχόμενο: οι δυνάμεις της αστυνομίας παραμένουν χωρισμένες, αλλά θα πρέπει να δημιουργηθούν δομές «συντονισμού».
Το Κόμμα Δημοκρατικής Δράσης και οι Σοσιαλδημοκράτες, που αρνήθηκαν να ψηφίσουν την ψευδομεταρρύθμιση, κατηγορήθηκαν για «ριζοσπαστισμό», ενώ ο ανώτατος διεθνής εκπρόσωπος και οι ευρωπαίοι ηγέτες εξέφραζαν την ικανοποίησή τους για τη μεγάλη «πρόοδο» που πέτυχε η Βοσνία, η οποία «ανταμείφθηκε» με την υπογραφή της συμφωνίας σταθεροποίησης και σύνδεσης. Εννοείται ότι κανείς στις Βρυξέλλες δεν πίστεψε τον απατηλό χαρακτήρα του συμβιβασμού της τελευταίας στιγμής. Αλλά, ελλείψει στρατηγικής, η διεθνής πολιτική στη Βοσνία συνοψίζεται σε μία μόνο λέξη: σταθερότητα. Οι εύθραυστες κατασκευές που προσπαθούν να στήσουν οι διπλωμάτες στα Βαλκάνια μετά την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας του Κοσόβου, προϋποθέτουν, στην πραγματικότητα, ότι η Βοσνία δεν θα κινηθεί.
Από αυτή τη σκοπιά ο Ντόντικ είναι ιδανικός, γιατί κατάφερε να «εξουδετερώσει» τον σερβικό εθνικισμό.
Κατά τη διάρκεια της σύναψης των συμφωνιών του Ντέιτον, το Δεκέμβριο του 1995, οι πιο αισιόδοξοι πίστευαν ότι ο χρόνος θα επέτρεπε, προοδευτικά, να επουλωθούν οι ανοιχτές ακόμη πληγές και να ξεπεραστούν τα πολιτικά εμπόδια. Δεν συνέβη τίποτε τέτοιο. Αφού δεν υπάρχει ένα νεοτεριστικό σχέδιο, η Βοσνία βυθίζεται στο μαρασμό.
Η ευρωπαϊκή στρατηγική, όπως φαίνεται να διαγράφεται, ευνοεί άλλωστε την ένταξη (την οποία έχουν υποσχεθεί σε σύντομο χρονικό διάστημα) της Κροατίας, και την ένταξη -η οποία θα μπορούσε να επιταχυνθεί- της Σερβίας, η οποία θεωρείται πυλώνας των περιφερειακών ισορροπιών, περιφρονώντας «τα περιθώρια που θυσιάστηκαν», που είναι η Βοσνία, το Κόσοβο και η Μακεδονία. (4) Η τελευταία έχει, ωστόσο, το επίσημο καθεστώς της υποψήφιας από το 2005.]]
Παρά τη θλιβερή αυτή εικόνα, ο επισκέπτης που περπατάει στους δρόμους του Σεράγεβου δεν βρίσκει σχεδόν καθόλου ορατά ίχνη από τον πόλεμο (5) και από τη φοβερή πολιορκία την οποία υπέστη η βοσνιακή πρωτεύουσα. Θα πρέπει ωστόσο να ξεπεράσουμε την απατηλή εικόνα «ομαλότητας».
Δημογραφική αλλαγή
Η πρωτεύουσα έχει περίπου πεντακόσιες χιλιάδες κατοίκους, όσους και πριν από τον πόλεμο, αλλά η δημογραφική δομή της έχει ανατραπεί βαθύτατα: σε αυτήν ζουν μόνο κάτι περισσότερο από είκοσι χιλιάδες Σέρβοι (έναντι των εκατόν πενήντα χιλιάδων πριν από τον πόλεμο), ενώ ένας μεγάλος αριθμός βόσνιων μουσουλμάνων κατοίκων επίσης εγκατέλειψαν την πόλη τους κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης, ή μετά από αυτήν.
Αντικαταστάθηκαν από άλλους κατοίκους που ήρθαν από την επαρχία ή από μικρές πόλεις, ή διώχθηκαν από τη Ρεπούμπλικα Σέρπσκα ή ακόμη ωθήθηκαν από την αγροτική έξοδο.
Ορισμένοι ήρθαν επίσης από το Σαντζάκ, μία περιοχή που κατοικείται κατά πλειοψηφία από βόσνιους μουσουλμάνους και την οποία μοιράζονται η Σερβία και το Μαυροβούνιο. Ενώ υπήρχε πολύ έντονη αστική ταυτότητα, μία λανθάνουσα σύγκρουση αντιπαραθέτει λοιπόν τους «παλιούς κατοίκους της πόλης» με τους νεοφερμένους.
Πριν από τρία χρόνια, η Ύπατη Αρμοστία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες είχε ανακοινώσει θριαμβευτικά ότι οι πρόσφυγες και οι διωγμένοι από τα σπίτια τους που επέστρεψαν είχαν ξεπεράσει το εκατομμύριο. Δυστυχώς, αυτές οι επιστροφές φαίνεται ότι είναι σε μεγάλο βαθμό πλασματικές. Στην πραγματικότητα, συνήθως οι πρόσφυγες δεν επιστρέφουν στις ιδιοκτησίες τους που βρίσκονται σε μια πόλη ή σε μια περιοχή όπου η κοινότητά τους είναι τώρα μειοψηφική, παρά μόνο για να τις πουλήσουν αμέσως. Ανταλλαγές περιουσιών έχουν επίσης επισημανθεί συχνά από την Επιτροπή του Ελσίνκι για τη Βοσνία - Ερζεγοβίνη, η οποία μιλά για την «τελική φάση της εθνοκάθαρσης». Για παράδειγμα, στη μικρή πόλη Ντόνι Βακούφ, στην κεντρική Βοσνία, οι ανταλλαγές κατέληξαν να σταθεροποιήσουν την εδαφική κατάτμηση της κοινότητας ανάμεσα σε Κροάτες και βόσνιους μουσουλμάνους. (6)
Εθνικιστική ηγεμονία
Τα εθνικιστικά κόμματα συνεχίζουν να κυριαρχούν αδιαφιλονίκητα σε καθένα από τα μονοεθνικά μικροεδάφη τα οποία συγκροτούν πια τη Βοσνία - Ερζεγοβίνη. Οι μικρές εθνικιστικές ολιγαρχίες, που ευημερούσαν κατά τη διάρκεια της σκυθρωπής μεταπολεμικής περιόδου, συμμερίζονται επισήμως το στόχο της ευρωπαϊκής ενσωμάτωσης, αλλά με την ουσιαστική και σιωπηρή προϋπόθεση ότι αυτή η προοπτική δεν θα αμφισβητήσει την περιουσία, την εξουσία και τα προνόμιά τους.
Σε αυτές τις συνθήκες, η Βοσνία - Ερζεγοβίνη μοιάζει καταδικασμένη στη στασιμότητα, ενώ αυτοί που ήθελαν να προχωρήσει η χώρα βυθίζονται στην απόγνωση.
Από την πλευρά τους, οι δυτικοί διπλωμάτες βρίσκονται μπροστά σε έλλειψη στρατηγικής: η Βοσνία παίρνει όλο και περισσότερο την όψη μιας «μαύρης τρύπας» που δεν μπορεί να διορθωθεί. Επίσης, οι στρεβλωτικές συνέπειες της διεθνούς κηδεμονίας -η οποία στερεί από τους βόσνιους υπεύθυνους την ουσιαστική τους υπευθυνότητα και τους επιτρέπει να αρκούνται στις αμφίβολες χαρές της δημαγωγίας- είναι γνωστές, (7) αλλά κάθε καινούρια κρίση μοιάζει να αποκαλύπτει τον αναπόφευκτο χαρακτήρα της κηδεμονίας.
Όσο για τους νέους της Βοσνίας - Ερζεγοβίνης, αδιαφορούν σε μεγάλο βαθμό για την πολιτική ζωή: μόλις πάνω από το 10% όσων η ηλικία τους είναι κάτω των 25 χρόνων ψηφίζουν. Κανείς δεν μπορεί να προβλέψει μια αύξηση της κινητοποίησης με την ευκαιρία των προσεχών δημοτικών εκλογών. (8)
Η πλειονότητα των νέων πτυχιούχων ονειρεύεται πάνω απ’ όλα να εγκαταλείψουν τη χώρα. Ένας από αυτούς μας εμπιστεύεται την άποψή του για τη Βοσνία: μία χώρα συντετριμμένη από τα τραύματα του πολέμου, ώστε να μην μπορεί να μπει σε νέες βίαιες περιπέτειες, αλλά αρκετά εξαντλημένη ώστε οι πολίτες της να μην έχουν τη δύναμη να επιβάλλουν πραγματικές αλλαγές.
«Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία»