Θα έπρεπε να έχει κανείς μια αθώα παιδική ψυχή ή να πιστεύει στα θαύματα για να πάρει στα σοβαρά την σκληρή στάση των αμερικανικών αρχών όταν βρέθηκαν αντιμέτωπες με την πτώχευση της Lehman Brothers, καθώς μετά από δύο μόλις ημέρες η ιστορία μετατράπηκε σε απελπισμένη χειρονομία. Η άρνηση να παρασχεθεί βοήθεια στην επενδυτική τράπεζα που κινδύνευε αποτελούσε ένα εξαιρετικά παρακινδυνευμένο στοίχημα και μάλιστα σε τελική ανάλυση ένα στοίχημα που ήταν αδύνατον να κερδηθεί εάν σκόπευε να σηματοδοτήσει την αλλαγή της ακολουθούμενης στρατηγικής. Βέβαια, είναι αλήθεια ότι τα γεγονότα των ημερών μας μπορούν να οδηγήσουν πολύ κόσμο να χάσει την ψυχραιμία του, καθώς και ότι η ολοένα ταχύτερη αλληλοδιαδοχή κρίσιμων καταστάσεων –κάθε μια από τις οποίες γίνεται αντιληπτή σε πραγματικό χρόνο ως η «κορυφή» της κρίσης για να επισκιαστεί στη συνέχεια από μια ακόμα σοβαρότερη και θεαματικότερη- βυθίζει τους υπεύθυνους που έχουν αναλάβει τη ρύθμιση των χρηματαγορών στην απόγνωση και στον αποπροσανατολισμό.
Τα σαββατοκύριακα στα οποία σημειώνονται εξαιρετικά επείγουσες κρίσεις διαδέχονται το ένα το άλλο με ολοένα επιταχυνόμενο ρυθμό: στις 16 Μαρτίου η Bear Stearns, στις 12 Ιουλίου η Fannie Mae και η Freddie Mac πράξις πρώτη, στις 6 Σεπτεμβρίου οι προαναφερθείσες, πράξις δεύτερη, στις 13 Σεπτεμβρίου η Lehman Brothers και η Merill Lynch, ενώ στις 16 Σεπτεμβρίου (στο εξής δεν περιμένουμε ούτε καν μια εβδομάδα μέχρι την εκδήλωση της επόμενης κρίσης) η American International Group (AIG). Κι ενώ κάθε φορά το δίδυμο Ομοσπονδιακή Κεντρική Τράπεζα (Fed) και Υπουργείο Οικονομικών θεωρεί ότι ξεπέρασε τον εαυτό του, ανακαλύπτει ότι δεν έχει κατορθώσει τίποτα και ότι θα πρέπει να ξαναρχίσει από την αρχή.
Ας του αναγνωρίσουμε τουλάχιστον ότι μέχρι τώρα πέτυχε θεαματικές επιδόσεις, αν και εντελώς μάταιες, καθώς δεν επιτεύχθηκε το φρενάρισμα της κατρακύλας του αμερικανικού χρηματοοικονομικού τομέα.•Επιπλέον, το κόστος του εγχειρήματος δεν ήταν μονάχα οικονομικό: πράγματι, ούτε ο πρόεδρος της Fed Μπεν Μπερνάνκε, κι ακόμα λιγότερο ο Χένρι Πόλσον (πρώην διευθύνων σύμβουλος της Goldman Sachs, του υπέρτατου κοσμήματος του απόλυτου καπιταλισμού, ο οποίος στη συνέχεια έγινε Υπουργός Οικονομικών μιας εξαιρετικά δεξιάς κυβέρνησης) δεν θα είχαν ποτέ φανταστεί ότι θα βρίσκονταν μια ημέρα στην οδυνηρά παράδοξη θέση να τους αποκαλούν «σοσιαλιστές» κάθε φορά που είναι εκ των πραγμάτων υποχρεωμένοι να προβούν στη διάσωση ιδιωτικών χρηματοοικονομικών ιδρυμάτων με χρήματα του κράτους.
Χωρίς αμφιβολία, μεταξύ άλλων γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, για να διώξουν από πάνω τους την ατιμωτική ρετσινιά αποφάσισαν και οι δύο, ήδη από την εβδομάδα της 8ης Σεπτεμβρίου –τη στιγμή που κλήθηκαν να προχωρήσουν στη διάσωση της Lehman, ενώ δεν είχαν καν προλάβει να πάρουν μια ανάσα μετά από το αγωνιώδες έργο της διάσωσης των Fannie και Freddie- να νίψουν τας χείρας τους και να εξηγήσουν στη χρηματοοικονομική κοινότητα ότι η επόμενη φάση της κρίσης θα διεξαγόταν χωρίς την παρέμβασή τους.
Ο συστημικός κίνδυνος
Εάν εξαιρέσουμε τις προσωπικές προσβολές που υφίσταται το δίδυμο «Fed-Treasury», εύκολα μπορεί να κατανοήσει κανείς τη θέση του. Οι αρχές ανησυχούν –και δικαιολογημένα- για το προηγούμενο που δημιουργεί κάθε μια από τις παρεμβάσεις του και για το ενδεχόμενο να επαναπαυθούν οι ιδιώτες τραπεζίτες και να κηρύξουν πτώχευση, ξέροντας ότι την τελευταία στιγμή «θα πρέπει» να διασωθούν, όπως ήδη συνέβη στις περιπτώσεις της Bear Stearns και των Fannie-Freddie. Τέτοιες διευκολύνσεις προσβάλλουν κάθε αίσθημα ηθικής και είναι γεγονός ότι δύσκολα θα έμενε κανείς απαθής βλέποντας τον χρηματοοικονομικό τομέα να πλουτίζει και να φέρεται τρομερά αλαζονικά όταν όλα πάνε καλά, κι ύστερα, να πέφτει στα πόδια του κράτους (το οποίο συνήθιζε να αντιμετωπίζει ως παράλογο απομεινάρι της σοβιετικής εποχής) για να εκλιπαρήσει την προστασία του και την θέσπιση εξαιρέσεων προς όφελός του.
Δυστυχώς, όπως συμβαίνει συχνά, η ηθική είναι το πλέον σίγουρο μέσον για να αποπροσανατολιστεί η ανάλυση, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι η αγανάκτηση που προκαλείται είναι αδικαιολόγητη και, πόσω μάλλον, ότι αυτή η αγανάκτηση δεν θα πρέπει να συσσωρευτεί και να κεφαλαιοποιηθεί ώστε να δημιουργηθεί η πολιτική δύναμη η οποία θα τιμωρήσει τους ενόχους αργότερα. Κάτι τέτοιο μπορεί να επιχειρηθεί μονάχα αργότερα –όχι όμως μετά από υπερβολικά μεγάλο χρονικό διάστημα…-, δηλαδή όταν προηγουμένως θα έχουμε αναλύσει και ξεκαθαρίσει για τι ακριβώς πρόκειται. Όμως, στη συγκεκριμένη περίπτωση, πρόκειται για συστημικό κίνδυνο, δηλαδή για την πιθανότητα, λόγω της μεγάλης πυκνότητας των σχέσεων αλληλεξάρτησης των τραπεζών, η αδυναμία ενός και μόνο παίκτη της αγοράς να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του, να πυροδοτήσει μια έκρηξη της οποίας το ωστικό κύμα θα έχει ως παράπλευρες απώλειες μια αλυσίδα χρεοκοπιών.
Θα πρέπει να διευκρινίσουμε ότι ο όρος «συστημικός κίνδυνος» σημαίνει ότι κινδυνεύει το «σύστημα»… δηλαδή το σύνολο των ιδιωτικών χρηματοοικονομικών θεσμών. Και, στην περίπτωση που κάποιος δεν κατάλαβε τι σημαίνει αυτό, από τη στιγμή που θα καταρρεύσει το χρηματοοικονομικό «σύστημα» -και συνεπώς και η παροχή πιστώσεων-, δεν είναι πλέον δυνατή καμία οικονομική δραστηριότητα. Καμία απολύτως. Αρκούν όλα αυτά για να αρχίσει να μαντεύει κανείς το μέγεθος των συνεπειών; (1) : από τη στιγμή που θα δημιουργηθούν, είναι πλέον πολύ αργά. Ο μόνος τρόπος αντιμετώπισης του συστημικού κινδύνου είναι η απόλυτη εξάλειψή του : από τη στιγμή που θα αρχίσει να αναγεννιέται –και κυρίως από τη στιγμή που θα ενεργοποιηθεί- το παιχνίδι είναι χαμένο.
Αν και η Fed δεν έχει επιδείξει καμία σοβαρή βούληση για την οριστική εξάλειψη του συστημικού κινδύνου, έχει τουλάχιστον συνειδητοποιήσει την στρατηγική κυριαρχία του βυθισμένου στην κρίση ιδιωτικού χρηματοοικονομικού τομέα απέναντί της. Κατά παράδοξο τρόπο, κάθε βήμα που τον οδηγεί κοντύτερα προς τον θάνατο, του προσδίδει ακόμα μεγαλύτερη διαπραγματευτική δύναμη. Έτσι, όσο κι αν αυτό της είναι εξαιρετικά οδυνηρό, η Fed συμμορφώνεται με τις διαδοχικές εκκλήσεις για βοήθεια των τραπεζών που καταρρέουν, καθώς η μοναδική εναλλακτική λύση είναι να αφήσει να συμβεί μια ανεπανόρθωτη καταστροφή.
Από τη Bear Stearns στη Lehman
Τον Μάρτιο του 2008, η Bear Stearns απειλεί να αφήσει απλήρωτες συναλλαγές παράγωγων χρηματοοικονομικών προϊόντων (2) ύψους 13,4 τρισεκατομμυρίων δολαρίων : ενδεικτικά, η κατάρρευση του Long Term Capital Management (LTCM) το 1998, η οποία λίγο έλλειψε να προκαλέσει την κατάρρευση του αμερικανικού χρηματοπιστωτικού συστήματος, αφορούσε μόλις το ένα δέκατο αυτού του ποσού. Τον Ιούλιο, οι Fannie-Freddie απειλούνται με πτώχευση: τα χρέη τους ανέρχονται στο 1,5 τρισεκατομμύριο δολάρια. Μεγάλος αριθμός κορυφαίων χρηματοοικονομικών ιδρυμάτων έχουν επενδύσει στους τίτλους τους : συνταξιοδοτικά ταμεία (κινδυνεύουν οι συντάξεις!), τράπεζες (κινδυνεύει η αποταμίευση του κοινού), ακόμα και ξένες κεντρικές τράπεζες! Δεδομένου ότι το ζητούμενο είναι η επιβίωση ολόκληρου του αμερικανικού χρηματοπιστωτικού συστήματος, δεν τίθεται καν θέμα να αφεθεί να συμβεί παρόμοιο ενδεχόμενο.
Ο Υπουργός Οικονομικών Χένρι Πόλσον κατανοεί αμέσως την κατάσταση : στις 12 Ιουλίου διαθέτει από τα δημόσια κονδύλια πιστώσεις 25 δισ. δολαρίων για την αναδιάρθρωση της κεφαλαιακής βάσης των δύο εταιριών. Στις 6 Σεπτεμβρίου, αρχίζει να διαφαίνεται ότι αυτό το εγχείρημα θα απαιτήσει μάλλον… 200 δισ.! Κανένα πρόβλημα, οι φορολογούμενοι θα πληρώσουν 200. «I didn’t want to have to do that», ομολογεί ωστόσο ο Πόλσον, τρομοκρατημένος από το γεγονός ότι αρχίζει να μετατρέπεται σε σοσιαλιστή. «Δεν ήθελα να βρεθώ στην ανάγκη να το κάνω», όμως, παρόλα αυτά, το έκανε. Και, στην πραγματικότητα, δεν είχε άλλη επιλογή.
Ο λόγος που το δίδυμο Fed-Treasury θεωρεί ότι αυτή τη φορά «έχει και άλλη επιλογή», είναι ότι η Lehman είναι κατά πολύ μικρότερη. Έτσι, το δίδυμο δεν θέλει με κανέναν τρόπο να χάσει την ευκαιρία. Η Lehman θα πληρώσει και για όλους τους άλλους. Θα πληρώσει και για την ταπείνωση που υπέστη το δίδυμο όταν όλες τις προηγούμενες φορές αναγκάστηκε να υποκύψει στους εκβιασμούς. Ωστόσο, όσο κι αν η Lehman αποτελούσε μια εκπληκτική ευκαιρία για να εκτονωθεί όλη η συσσωρευμένη λύσσα, έπρεπε να γίνει μια προσεκτική αξιολόγηση της κατάστασης προτού η τράπεζα «αφεθεί να πεθάνει». Δεδομένου του μεγέθους της και της έκθεσης σε κίνδυνο των άλλων τραπεζών που συναλλάσσονται με αυτήν, η χρεοκοπία της Lehman εγκυμονεί ή όχι συστημικό κίνδυνο;
Βέβαια, η Lehman δεν είναι τόσο εκτεθειμένη στην αγορά παραγώγων όσο η Bear Stearns : μόλις 20 δισ. έναντι 13,4 τρισ. (3)… Παρόλα αυτά, η Lehman θα αποτελέσει τη μεγαλύτερη χρεοκοπία στην ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών, καθώς αφήνει χρέη 613 δισ., εκτοπίζοντας την Worldcom από την πρώτη θέση του καταλόγου των χρεοκοπιών. Φυσικά, από τεχνική άποψη, τα μεγέθη δεν είναι συγκρίσιμα, δεδομένου ότι η Lehman διαθέτει και στοιχεία ενεργητικού • μάλιστα, αυτή ακριβώς είναι και η αποστολή της διαδικασίας εκκαθάρισης, η ρευστοποίηση του ενεργητικού.
Ποια είναι όμως η αξία αυτών περιουσιακών της στοιχείων ; Αυτό ακριβώς είναι το ερώτημα. Τουλάχιστον 85 δισ. δολάρια έχουν επενδυθεί σε προβληματικούς τίτλους (εκ των οποίων 50 δισ. σε παράγωγα χρηματοοικονομικά προϊόντα δομημένα πάνω σε subprime) για τα οποία το σχέδιο πώλησης της τράπεζας –το οποίο εξετάστηκε κατά τη διάρκεια του σαββατοκύριακου 12-14 Σεπτεμβρίου, για να εγκαταλειφθεί στη συνέχεια- προέβλεπε τη μεταφορά τους σε μια «bad bank», η οποία θα δημιουργούνταν ειδικά γι’ αυτό το σκοπό. Όμως, 85 δισ. ήταν η αξία τους εκείνη ακριβώς τη στιγμή, και εύκολα μπορεί να αναρωτηθεί κανείς κατά πόσο το ποσό θα μειωνόταν εάν επιχειρούνταν η μαζική ρευστοποίησή τους κατά την εκκαθάριση. Κι αυτό ακόμα κι αν οι αμερικανικές αρχές, οι οποίες έχουν συνειδητοποιήσει τον κίνδυνο της περεταίρω κατάρρευσης των τιμών, προχωρήσουν σε σταδιακή ρευστοποίησή τους, η οποία θα κλιμακωθεί σε μια περίοδο αρκετών μηνών.
Η συγκεκριμένη επιλογή δεν θα εμποδίσει τη σημαντική πτώση των τιμών των τίτλων. Κι η εξέλιξη δεν θα αποτελέσει πρόβλημα μονάχα για την Lehman. Κι αυτό γιατί τα λογιστικά πρότυπα που επιβάλλουν την αποτίμηση «mark-to-market» (δηλαδή την αποτίμηση ενός στοιχείου του ενεργητικού μιας εταιρίας στην αξία που έχει εκείνη ακριβώς τη στιγμή στην αγορά) θα υποχρεώσει και όλα τα άλλα χρηματοοικονομικά ιδρύματα να προβούν στην αποτίμηση του δικού τους ενεργητικού, στο οποίο περιλαμβάνεται πλήθος τίτλων παρόμοιων με εκείνους της Lehman, με βάση τις τιμές που θα έχουν διαμορφωθεί από το μαζικό ξεπούλημα των τίτλων της Lehman. Εύκολα φαντάζεται κανείς τις επιπλέον υποαξίες που θα προκύψουν.
Και να ‘ταν μονάχα ο κίνδυνος της μείωσης της αξίας του ενεργητικού των υπόλοιπων παικτών που θα προκύψει ως παράπλευρη απώλεια… Ελλοχεύει και ο κίνδυνος να μείνουν χωρίς τράπεζα ανταποκριτή πολλές από τις συναλλαγές στις οποίες είχε εμπλακεί η Lehman. Τέλος, υπάρχει και ο κίνδυνος της ενεργοποίησης των CDS (Credit Default Swap): πρόκειται για παράγωγα χρηματοοικονομικά προϊόντα τα οποία προσφέρουν σε όσους τα αγοράζουν ασφάλεια απέναντι στις απώλειες τις οποίες θα μπορούσαν να καταγράψουν οι επενδύσεις τους σε ομόλογα. Όμως, όταν υπάρχουν ασφαλισμένοι, στην άλλη άκρη της αλυσίδας υπάρχουν και ασφαλιστές. Έτσι, η χρεοκοπία της τράπεζας πυροδοτεί αυτόματα την ενεργοποίηση των CDS που είχαν εκδοθεί για την κάλυψη πιθανών απωλειών από τα χρεόγραφα της Lehman: οι αποζημιώσεις που θα χρειαστεί να πληρωθούν προβλέπονται σημαντικές.
Πρόκειται για εξαιρετικά δυσμενή προοπτική, καθώς –από την έως τώρα εμπειρία- ο μηχανισμός ασφάλισης των CDS, ο οποίος στη θεωρία λειτουργεί άψογα, αποδείχθηκε στην πράξη κάτι παραπάνω από αμφιβόλου αποτελεσματικότητας.•Επιπλέον, η αγορά των CDS είναι εξαιρετικά εύθραυστη και δημιουργεί φόβους για εξαιρετικά έντονες σεισμικές δονήσεις κάθε φορά που πιέζεται από μια χρεοκοπία. Δυστυχώς, τη στιγμή που συνέβη η χρεοκοπία της Lehman, δεν είχαν προλάβει καν να σταματήσουν οι κραδασμοί που προκάλεσε η εθνικοποίηση των Fannie-Freddi», για την οποία εκφράζονται φόβοι ότι αποτελεί ήδη από μόνη της έναν μείζονα κίνδυνο για την αγορά των CDS…
Όμως, πάνω σε αυτόν ακριβώς τον συνδυασμό των απειλών στηριζόταν το δίδυμο «Fed-Treasury» για να απεκδυθεί της ευθύνης της διάσωσης της Lehman και για να «πείσει» τους τραπεζίτες της αμερικανικής αγοράς να επωμισθούν εκείνοι αυτό το καθήκον, καθώς ήταν προς το συμφέρον τους. Ωστόσο, δεν κατόρθωσε τίποτα και ο ιδιωτικός τομέας δεν προώθησε κανένα σχέδιο σωτηρίας εκείνο το γεμάτο φρενίτιδα σαββατοκύριακο. Ο λόγος ήταν ότι η «Γουόλ Στριτ» είναι μια αφαιρετική έννοια, η οποία καλύπτει ένα πλήθος ξεχωριστών συμφερόντων, αποκλινόντων μερικές φορές. Το σχέδιο σωτηρίας της Lehman το οποίο δεν ευοδώθηκε, με αποτέλεσμα να οδηγηθεί η τράπεζα στη χρεοκοπία, προέβλεπε την εξαγορά της «καλής τράπεζας» από την Barclays και την Bank of America (τελικά, η τελευταία στράφηκε στην εξαγορά της Merrill Lynch) και τη συγκέντρωση των προβληματικών τίτλων σε μια «κακή τράπεζα» με τη χρηματοδότηση όλων των παικτών της αμερικανικής χρηματαγοράς.
Όμως, η «χρηματαγορά», δηλαδή όλοι όσοι δεν είχαν τους αναγκαίους οικονομικούς πόρους για να αγοράσουν το τεφαρίκι που λεγόταν Lehman, δεν δέχτηκε να επωμισθεί εκείνη ένα σημαντικό βάρος, τη στιγμή που δύο τυχεροί θα κέρδιζαν από όλη αυτή την ιστορία τα «διαμάντια του στέμματος».
Παρτίδα πόκερ
Στην πραγματικότητα, ολόκληρο το σαββατοκύριακο της 12-14 Σεπτεμβρίου, δεν παίχτηκε τίποτε άλλο παρά μια γιγάντια παρτίδα πόκερ: αφενός ανάμεσα στο δίδυμο «Fed-Treasury» που αναγγέλλει την πρόθεσή του να μην προχωρήσει στην παραμικρή κίνηση και, αφετέρου, στην Γουόλ Στριτ που ερμηνεύει –λανθασμένα- την εξαγγελία ως στρατηγική έντασης για να πιεσθούν οι ιδιωτικές τράπεζες να εμπλακούν στη διάσωση της Lehman. Ταυτόχρονα, οι ιδιωτικές τράπεζες χωρίζονται σε δύο στρατόπεδα : στους οπορτουνιστές αγοραστές των κλάδων της Lehman που εξακολουθούν να παρουσιάζουν ενδιαφέρον και σε εκείνους που θα υποχρεωθούν να χρηματοδοτήσουν το σχέδιο. Οι τελευταίοι, δυσανασχετούν μεν στην ιδέα ότι θα προσφέρουν ένα μεγάλο δώρο στους πρώτους, αλλά γνωρίζουν ταυτόχρονα ότι και το δικό τους συμφέρον εξαρτάται από την μη κατάρρευση της Lehman. Όλα αυτά καθιστούν απίθανο το συντονισμό της δράσης των επιμέρους παικτών και την επιτυχία του σχεδίου διάσωσης.
Όμως, το δίδυμο «Fed-Treasury» δεν έλεγε ψέματα. Επέλεξε το «laissez faire», την απουσία της κρατικής παρέμβασης που τόσο πολύ λατρεύει ο φιλελευθερισμός. Δεν φέρεται πια σοσιαλιστικά. Όμως –και αυτό δεν το γνωρίζει εκείνη τη στιγμή- όλα αυτά έμελλαν να κρατήσουν μονάχα δύο ημέρες! Κι όμως, ήθελε τόσο πολύ να το πιστέψει… Αμέσως ενθαρρύνθηκε από όλους τους θαυμαστές του, οι οποίοι είχαν αισθανθεί κάπως αποπροσανατολισμένοι κι αμήχανοι εξαιτίας των παράξενων δρόμων που είχε αναγκαστεί να ακολουθήσει μέχρι εκείνη τη στιγμή. Το κύριο άρθρο των «Financial Times» σχολιάζει με ικανοποίηση: «Ηταν καιρός να αποσυρθούν από το προσκήνιο οι αρχές (…) Όλα όσα έγιναν μέχρι τώρα θα έπρεπε να είναι αρκετά». (4) Ωστόσο, αυτός που αποφασίζει το κατά πόσον «όλα όσα έγιναν είναι αρκετά» δεν είναι οι «Financial Times», αλλά η σοβαρότητα της κατάστασης!
Όμως, τη στιγμή που η η κατάσταση της Lehman δεν έχει ακόμα αποκαλύψει τους πραγματικούς κινδύνους και το στοίχημα της Fed ν’ απαλλαχθεί από τη ρετσινιά του σοσιαλισμού δεν είναι σίγουρο, κάνουν την εμφάνισή τους κι άλλες απειλές. Κι η πρώτη δεν περιμένει ούτε καν σαράντα οκτώ ώρες… Αυτή τη φορά, σειρά έχει η AIG, η οποία αποτελεί πραγματικό παράδειγμα προς αποφυγή, καθώς συμπυκνώνει όλους τους παραλογισμούς των σύγχρονων χρηματοοικονομικών. Δεδομένου ότι το επάγγελμα του απλού ασφαλιστή της φαινόταν εξαιρετικά κοινότυπο, η AIG δημιούργησε μια θυγατρική που ειδικευόταν στα «χρηματοοικονομικά προϊόντα» και ρίχτηκε με τα μούτρα στην εξειδικευμένη αγορά ασφαλειών των CDS.
Και τώρα, στο αποκορύφωμα της υποχώρησης του χρηματοπιστωτικού τομέα, η AIG έχει δεσμευτεί να ασφαλίσει τίτλους 441 δισ. δολαρίων (μάλιστα, τίτλοι αξίας 57,8 δισ. συνδέονται με subprimes (5)). Περιττό να αναφέρουμε ότι οι ζημίες της είναι κολοσσιαίες: 18 δισ. δολάρια για τα τρία τελευταία τρίμηνα• όσο για το τρέχον τρίμηνο, αναμένονται πολύ μεγαλύτερες, καθώς, εκτός από την ενεργοποίηση των CDS και την ακόμα μεγαλύτερη υποτίμηση της αξίας των περιουσιακών στοιχείων της εταιρίας λόγω της κρίσης, η χρεοκοπία της Lehman θα μπορούσε να αυξήσει τις συσσωρευμένες ζημίες στα 30 δισ. δολάρια (σε αυτές περιλαμβάνονται και 600 εκατομμύρια που οφείλονται στην τεράστια πτώση της αξίας των μετοχών «Fannie-Freddie» μετά την εθνικοποίηση των δύο εταιριών).
Κάτω από αυτές τις συνθήκες, οι εταιρίες πιστοληπτικής αξιολόγησης, στις οποίες έχει γίνει έμμονη ιδέα η αποκατάσταση της αξιοπιστίας τους που κηλιδώθηκε από τα λάθη του παρελθόντος, δεν διστάζουν να υποβαθμίσουν σημαντικά την πιστοληπτική ικανότητα της AIG. Η πρώτη συνέπεια αυτής της ενέργειας είναι ότι η εταιρία υποχρεώνεται να σχηματίσει αμέσως προβλέψεις οι οποίες να αντισταθμίζουν την υποβάθμιση της αξιοπιστίας της ως ασφαλιστή CDS. Πως όμως θα μπορούσε η AIG να εξασφαλίσει αμέσως τα 10-13 δισ. δολάρια που αντιστοιχούν σε αυτές τις προβλέψεις, τη στιγμή που έχει ήδη αρχίσει να βουλιάζει;
Για μια ολόκληρη ημέρα, το δίδυμο «Fed-Treasury» - ακόμα μεθυσμένο από την επιτυχία του να καθαρίσει την εικόνα του από τη «σοσιαλιστική ρετσινιά», αλλά και ανήσυχο από την έκταση των προαναγγελλόμενων ζημιών- φαντάζεται ότι μπορεί να συντονίσει τη διάσωση της ασφαλιστικής εταιρίας από τον ιδιωτικό τομέα: η Goldman Sachs και η JP Morgan θα μπορούσαν να ηγηθούν ενός σχήματος για τη διάσωση της AIG, το οποίο θα συγκέντρωνε πιστώσεις 75 δισ. δολαρίων.
Σαν να μην υπήρχε το προηγούμενο, μόλις μια ημέρα πριν, όταν ζητήθηκε από τις δέκα μεγαλύτερες τράπεζες της Γουόλ Στριτ να ενισχύσουν με 70 δισ. δολάρια τη σταδιακή ρευστοποίηση των περιουσιακών στοιχείων της Lehman… Δεν ήταν δύσκολο να προβλέψει κανείς την αποτυχία του σχεδίου διάσωσης από τον ιδιωτικό τομέα: η παρέμβαση του κράτους γινόταν αναπόφευκτη. Ωστόσο, το γεγονός δεν μας εμποδίζει να μένουμε κατάπληκτοι από την ακραία μορφή που πήρε. Χάρη σε ένα βραχυπρόθεσμο δάνειο 85 δισ. δολαρίων που χορηγεί η κεντρική τράπεζα, το αμερικανικό Δημόσιο αποκτά το 79,9% του κεφαλαίου της AIG.
Το λακωνικό ανακοινωθέν της Fed στις 16 Σεπτεμβρίου δημιουργεί ίλιγγο. Υπάρχει άραγε προηγούμενο σε αυτήν την ενέργεια, στο να δανείζει η Fed μια μη-τράπεζα; Εύκολα καταλαβαίνει κανείς την έκταση των παραχωρήσεων που αναγκάστηκε να κάνει η Fed εξαιτίας της κρίσης. Τον Μάρτιο αποφάσισε, για πρώτη φορά μετά το 1929, να παρέχει τη χρηματοδότησή της και σε επενδυτικές τράπεζες και σε τράπεζες αναχρηματοδότησης χρέους (μέχρι σήμερα, δικαίωμα χρηματοδότησης από τη Fed είχαν μονάχα οι τράπεζες που επιδίδονται στη λιανική τραπεζική)• και να τώρα που χρηματοδοτεί μια ασφαλιστική εταιρία…
«Σκοτεινό ύφος» για τη Fed-Tresury
Ωστόσο, η συνέχεια είναι ακόμα περισσότερο εξωφρενική. Γιατί, αφενός η Fed και το Υπουργείο Οικονομικών εμφανίζονται σε αυτή την περίπτωση να δρουν με μια οργανική ενότητα που θυμίζει την απλή και ξεκάθαρη συγχώνευσή τους, και, αφετέρου, η συμμετοχή της ομοσπονδιακής κυβέρνησης κατά 79,9% στο κεφάλαιο της AIG εμφανίζεται ως το «αντάλλαγμα» για το δάνειο που της χορηγεί η Fed. Όμως, από πότε ένα δάνειο χορηγείται με αντάλλαγμα ένα μερίδιο του κεφαλαίου; Το δάνειο θα εξοφληθεί,•μάλιστα για να εξασφαλιστεί η αποπληρωμή του, έχει συσταθεί ενέχυρο πάνω σε όλα τα περιουσιακά στοιχεία της AIG, ενώ επιβλήθηκε επίτηδες ένα ιδιαίτερα υψηλό επιτόκιο, έτσι ώστε να υπάρχει κίνητρο για την επίσπευση της αποπληρωμής. Όμως, μετά την εξόφληση του δανείου, το ομοσπονδιακό κράτος θα εξακολουθήσει να είναι κύριος του 79,9% του κεφαλαίου της εταιρίας. Απέκτησε, δηλαδή, τον έλεγχο της εταιρίας χωρίς να πληρώσει ούτε δολάριο ως τίμημα: πρόκειται για απαλλοτρίωση! Σοσιαλισμός καραμπινάτος!
Οι «New York Times» αναφέρουν ότι οι κύριοι Πόλσον και Μπερνάνκε είχαν «πολύ σκοτεινό ύφος» όταν ανακοίνωσαν το σχέδιό τους, το βράδυ της 16ης Σεπτεμβρίου. Απόλυτα κατανοητό: μπροστά τους, ο πρόεδρος της Βενεζουέλας Ούγο Τσάβες μοιάζει με τσιράκι των καπιταλιστών, πουλημένο στο μεγάλο κεφάλαιο. Γιατί, όταν εθνικοποιεί, αυτός τουλάχιστον αποζημιώνει τους ιδιοκτήτες των επιχειρήσεων! Όμως, από τις υπερσοσιαλιστικές ακροβασίες των δύο φιλαράκων μας, έχουμε δει μονάχα την αρχή. Γιατί, στο εξής, δεν βρισκόμαστε πλέον αντιμέτωποι με εντάσεις ρευστότητας, απέναντι στις οποίες η Fed διαθέτει αρκετά ισχυρά όπλα.
Τώρα, στον χρηματοπιστωτικό τομέα επικρατεί μια γενικευμένη κρίση φερεγγυότητας, καθώς οι κολοσσιαίες ζημίες έχουν προσβάλει τα θεμέλια στα οποία στηρίζεται: τα ίδια κεφάλαια των εταιριών. Από τον Μάρτιο, έχει εκδηλωθεί μια φρενίτιδα για αναδιάρθρωση της κεφαλαιακής βάσης των επιχειρήσεων και –από την Bear Stearns ως την Lehman και τις Fannie-Freddie- όλες οι κρίσιμες στιγμές πυροδοτήθηκαν από την διατύπωση αμφιβολιών για το κατά πόσον οι εν λόγω τράπεζες θα κατόρθωναν να προσελκύσουν νέα κεφάλαια. (6)
Όμως, για να υπάρξει αναδιάρθρωση της κεφαλαιακής βάσης μιας τράπεζας, θα πρέπει να υπάρχουν κεφαλαιούχοι πρόθυμοι να συμμετάσχουν σε αυτήν! Ωστόσο, ο περισσότερος κόσμος δεν διαθέτει τα οικονομικά μέσα για να συμμετάσχει σε παρόμοιο εγχείρημα: οι υπόλοιπες τράπεζες αγωνίζονται να διατηρήσουν τα λιγοστά κεφάλαια που τους έχουν απομείνει, ενώ τα ξένα κρατικά επενδυτικά σχήματα, κυρίως από τις πλούσιες αναπτυσσόμενες χώρες, (7) στα οποία πολλοί στήριζαν σημαντικές ελπίδες -υπερβολικές ενδεχομένως-, έχουν αρχίσει να προβληματίζονται για τις χασούρες τους: η εντυπωσιακή είσοδός τους στο προσκήνιο τον περασμένο Μάρτιο στηριζόταν στην υπόθεση ότι οι τιμές των ακινήτων και των μετοχών είχαν αγγίξει τον «πάτο». Όλοι γνωρίζουμε τι συνέβη στη συνέχεια, και οι υποαξίες που προέκυψαν από αυτές τις τοποθετήσεις τα έκαναν να είναι στο εξής εξαιρετικά επιφυλακτικά. Απομένει… το κράτος, ο μόνος που μπορεί να κάνει τη «δουλειά» όταν πλέον κανείς άλλος δεν θέλει ή δεν μπορεί.
Έτσι, ο «Καρλ» Μπερνάνκε και ο «Βλαντιμίρ Ιλιτς» Πόλσον θα έχουν ακόμα να αντιμετωπίσουν πλήθος δυσκολιών. Το κασκέτο του κομμουνιστή αξιωματικού με το κόκκινο άστρο δεν τους πηγαίνει καθόλου• ωστόσο, αυτοί τουλάχιστον έχουν κατανοήσει ότι θα πρέπει να το φοράνε διαρκώς, για όσο καιρό χρειαστεί, αντίθετα με τους λυσσαλέους νεοφιλελεύθερους οι οποίοι καλούν να αφεθούν ανεμπόδιστες οι πτωχεύσεις («laissez faire»…) και επικαλούνται την ηθική η οποία θα επιφέρει την κάθαρση του συστήματος. Η κατάσταση απαιτεί μονάχα μια λύση, και η ειρωνεία της τύχης είναι ότι αυτή οφείλει να εφαρμοστεί από ένα πρώην αφεντικό της Goldman Sachs : η ίδια η δομή του απελευθερωμένου χρηματοοικονομικού τομέα οδηγεί σε εκρηκτική αστάθεια και επαναλαμβανόμενες καταστροφές και ο τομέας βρίσκεται σε πλήρη αδυναμία να δώσει ένα τέλος σε στον κατήφορο. Αλήθεια, τι απέγιναν οι περιβόητες «λύσεις της αγοράς» στις οποίες αναφερόταν το κοινό ευρωπαϊκό ανακοινωθέν της 29ης Ιανουαρίου ;
Μονάχα το κράτος, με μια χειρονομία στην οποία συμπυκνώνεται η απόλυτη εξουσία και κυριαρχία του, έχει τη δυνατότητα -επιτρέποντας στον εαυτό του το αδιανόητο (να εθνικοποιήσει άμεσα και να πληρώσει αργότερα, να καρπωθεί μονόπλευρα όλα τα μερίσματα, ακόμα κι εκείνα των μετοχών τις οποίες δεν κατέχει!)- να θέσει τέλος στις αλυσιδωτές καταρρεύσεις που τροφοδοτούνται από τους μηχανισμούς της Αγοράς, τους οποίους τόσο πολύ εξυμνούσε ο φιλελευθερισμός. Η θα εφαρμοστεί αυτή η «σοσιαλιστική» λύση ή θα ακολουθήσει η Αποκάλυψη.
Και νέα προβλήματα…
Κι απ’ ό,τι φαίνεται, θα επιλεγεί η «σοσιαλιστική» λύση γιατί ιδού τι έχει να μας προσφέρει η καινούρια ημέρα που ανατέλλει: τη στιγμή που δεν έχει καν ολοκληρώσει την παρέλασή της η κουστωδία των subprime, έκαναν την εμφάνισή τους τα Alt-A mortgages. Πρόκειται για μια ενδιάμεση κατηγορία ενυπόθηκων δανείων, ανάμεσα στα Prime (standard) και τα subprime. Κατά τη χορήγηση των Alt-A, υποτίθεται ότι ζητήθηκαν ορισμένες πληροφορίες για την οικονομική κατάσταση των δανειοληπτών ωστόσο, υπήρχε κάποια ανοχή όταν αυτοί δεν έδιναν πλήρεις απαντήσεις ή έκαναν μερικά «λάθη»: σύμφωνα με μια έρευνα που πραγματοποίησε το Mortgage Asset Research Institute, όλοι σχεδόν οι φάκελοι που συντάσσονταν (από χρηματομεσίτες που εργάζονταν για λογαριασμό των τραπεζών) για τη χορήγηση Alt-A, υπερέβαλαν τα εισοδήματα των δανειοληπτών τουλάχιστον κατά 5%... ενώ σε περισσότερους από τους μισούς αυτή η υπερβολή ξεπερνούσε το 50%!
Στην κατηγορία Alt-A ξεχωριστή θέση κατέχουν τα δάνεια option-ARM (Option Adjustable Rate Mortgages), των οποίων το κυριότερο χαρακτηριστικό ήταν ότι προσέφεραν στους δανειολήπτες τη δυνατότητα να επιλέξουν ανάμεσα σε διαφορετικές λύσεις για την αποπληρωμή του δανείου. Μια από αυτές, ιδιαίτερα ελκυστική, εξασφάλιζε για τα πρώτα χρόνια μια δόση η οποία, όχι μόνο δεν περιλάμβανε αποπληρωμή μέρους του δανεισθέντος κεφαλαίου, αλλά ούτε καν του συνόλου των τόκων που θα αντιστοιχούσαν κανονικά στη μηνιαία δόση του κεφαλαίου. Επιπλέον, σε ορισμένες περιπτώσεις, το επιτόκιο για τα πρώτα χρόνια ανερχόταν μονάχα σε 1%. Έτσι, ήταν πολύ δύσκολο να αντισταθεί κανείς σε αυτές τις προσφορές.
Φυσικά, όλες αυτές οι διευκολύνσεις συνεπάγονταν στη συνέχεια σημαντικές αλλαγές και το «reset» (η αναπροσαρμογή των επιτοκίων) αποδεικνυόταν οδυνηρό. Ο μέσος δανειολήπτης των option-ARM βλέπει ξαφνικά τη δόση του να αυξάνεται κατά 63%. Σύμφωνα με το οικονομικό ειδησεογραφικό πρακτορείο Bloomberg, στο 16% των δανείων Alt-A που χορηγήθηκαν μετά τον Ιανουάριο του 2006 παρουσιάζονται καθυστερήσεις πληρωμής. Αν λάβει δε κανείς υπόψη του το «reset», το οποίο πραγματοποιείται μετά από τρία ως πέντε χρόνια, είναι πολύ πιθανό ότι τα προβλήματα στην αποπληρωμή αυτών των δανείων θα αυξηθούν τον επόμενο χρόνο και θα διαρκέσουν μέχρι το 2011. Υπάρχει άλλη μια μικρή λεπτομέρεια: είχαν χορηγηθεί δάνεια subprime ύψους 855 δισ. δολαρίων, και δάνεια Alt-A ύψους ενός τρισεκατομμυρίου δολαρίων…
Η Fannie κατέχει ή έχει εγγυηθεί τίτλους αυτής της κατηγορίας συνολικής αξίας 340 δισ.. Η Wachovia κατέχει τίτλους option-ARM αξίας 122 δισ., η Countrywide (η οποία διασώθηκε από την πτώχευση από την Bank of America, η οποία διέσωσε και την Merill Lynch) 27 δισ., ενώ η WaMu (Washington Mutual) 53 δισ.•μάλιστα, στο 13% των τίτλων αυτής της κατηγορίας που κατέχει η WaMu θα πραγματοποιηθεί τον επόμενο χρόνο αναπροσαρμογή του επιτοκίου. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι η Standard & Poor’s την υποβάθμισε στο επίπεδο των junk bonds (των «τίτλων σκουπιδιών»), δηλαδή στην χαμηλότερη δυνατή κατηγορία. Η WaMu είναι μια τράπεζα-ταμιευτήριο που απευθύνεται στο ευρύ κοινό για να συγκεντρώσει την αποταμίευσή του. Δεδομένης της επείγουσας κατάστασης στην οποία είχε περιέλθει, πουλήθηκε για ένα κομμάτι ψωμί στην JPMorgan.
Επιπλέον, τα διάφορα money market funds (τα ομολογιακά αμοιβαία κεφάλαια) τα οποία μέχρι σήμερα εξομοιώνονταν σχεδόν με μετρητά και θεωρούνταν ασφαλή όσο και οι λογαριασμοί όψεως, αποδείχθηκε ότι είχαν επενδύσει σε τίτλους της Lehman οι οποίοι σήμερα δεν αξίζουν τίποτα.•Καθώς οι μεριδιούχοι αυτών των αμοιβαίων διαπιστώνουν ότι η αξία των μεριδίων που έχουν αγοράσει μειώνεται με ραγδαίο ρυθμό, υποβάλλουν μαζικά αιτήσεις για ρευστοποίηση των μεριδίων τους, στις οποίες οι διαχειριστές των αμοιβαίων αδυνατούν να ανταποκριθούν. Το μόνο που λείπει για να φθάσει στο αποκορύφωμά της η κρίση είναι η μαζική έξοδος των καταθετών….
Ακόμα κι αν δεν υιοθετήσουμε το χειρότερο δυνατό σενάριο –πόσω μάλλον δε εάν το λάβουμε υπόψη- οι ανάγκες για την αναδιάρθρωση της κεφαλαιακής βάσης των τραπεζών είναι τόσο μεγάλες, τόσο γενικευμένες και ανακύπτουν μέσα σε μια τόσο άσχημη συγκυρία (την άρνηση όσων δεν έχουν ακόμα βουλιάξει να συμμετάσχουν στη διάσωση των υπόλοιπων), ώστε το κράτος, όχι πλέον ως απλός δανειστής αλλά και ως μέτοχος και έσχατος «αναδιαρθρωτής» αναγκάζεται να αναλάβει στο χρηματοοικονομικό πεδίο μια αποστολή η οποία ολοένα λιγότερο μπορεί να αντιμετωπιστεί με τα συνηθισμένα μέσα. Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, το ομοσπονδιακό κράτος θα αναγκαστεί να πληρώσει τα warrants (8) και στη συνέχεια τις μετοχές που θα του εξασφαλίσουν την κυριότητα της AIG. Και, μετά τα 200 δισ. που απαίτησε η επιχείρηση διάσωσης των Fannie-Freddie, δεσμεύτηκε στις 19 Σεπτεμβρίου να διαθέσει επιπλέον 700 δισ. δολάρια για την εξαγορά των «τοξικών» τίτλων που βρίσκονται στην κατοχή των τραπεζών.
Η Standard & Poor’s εκτιμάει ότι το συνολικό κόστος του εγχειρήματος θα μπορούσε να ανέλθει στο ένα δέκατο του Ακαθάριστου Εγχώριου Εισοδήματος ! Είτε υιοθετηθεί η λύση της αναδιάρθρωσης της κεφαλαιακής βάσης που θα χρειαστεί πλήθος παικτών του χρηματοοικονομικού τομέα, είτε της δημιουργίας μιας γιγάντιας δομής που θα έχει ως αποστολή τη συγκέντρωση όλων των προβληματικών τίτλων για να ανακουφιστεί ο ιδιωτικός χρηματοοικονομικός τομέας, το πρόβλημα θα είναι το ίδιο. Αυτό το ένα δέκατο του ΑΕΠ θα αφαιρεθεί άραγε από τις τσέπες των Αμερικανών φορολογούμενων, τορπιλίζοντας ό,τι έχει απομείνει από την οικονομική μεγέθυνση; Μήπως αντίθετα θα πρέπει να διογκωθεί το έλλειμμα και το δημόσιο χρέος, με κίνδυνο όμως να μετατραπούν σε παρίες τα έντοκα γραμμάτια του αμερικανικού Δημοσίου και το δολάριο, με προοπτική να μετατραπεί η κρίση του ιδιωτικού χρηματοοικονομικού τομέα σε κρίση των δημόσιων οικονομικών, στην οποία θα προστεθεί μια νομισματική κρίση;
Υπάρχουν μονάχα κακές λύσεις, τουλάχιστον σύμφωνα με τους συνηθισμένους κανόνες της οικονομικής ορθοδοξίας. Γι’ αυτό το λόγο, οι «σοσιαλιστές» φίλοι μας θα προχωρήσουν όσο χρειάζεται και θα κάνουν ό,τι χρειάζεται. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, τα δόγματα που τόσοι πολλοί προσήλυτοι λάτρευαν γεμάτοι ηλίθιο ενθουσιασμό θα βρεθούν σύντομα στον σκουπιδοτενεκέ. Αναδιάρθρωση της κεφαλαιακής βάσης των τραπεζών με έκδοση νέων τίτλων, κατασχέσεις επιχειρήσεων, έλεγχος των συναλλαγματικών ισοτιμιών αν τα πράγματα χειροτερέψουν… κι ίσως ακόμα να μην τα έχουμε δει όλα. Η ιστορία προχωράει ακολουθώντας παράξενους δρόμους. Ας ανοίξουμε διάπλατα τα μάτια μας γιατί, στο εξής, μπαίνουμε σε άγνωστη περιοχή.
«Πολίτης»
Βλ. επίσης Καταστροφή για τους μισθωτούς