Πολλοί περίμεναν ότι αυτό θα συνέβαινε μάλλον γρήγορα, παρά αργά. Για πολλούς άλλους, ιδίως εκείνους που τον αγαπούσαν πραγματικά και διατηρούσαν την ελπίδα ζωντανή, ο θάνατος του Ούγο Τσάβες, στις 5 Μαρτίου, αποτέλεσε ένα ισχυρό σοκ. Τα πλήθη που συνέρρευσαν μέσα στις επόμενες τρεις μέρες του πένθους για να δουν τη σορό του, εξέπληξαν ακόμα και τον στενό του κύκλο, ο οποίος αναγκάστηκε να παρατείνει το λαϊκό προσκύνημα για άλλες εφτά ημέρες, καθώς εκατομμύρια υποστηρικτές του στέκονταν στην ουρά για 24 ώρες ή και περισσότερο, μόνο και μόνο για να τον δουν.
Αφότου ανακοινώθηκε ότι ο Τσάβες είχε πεθάνει από τις επιπλοκές του καρκίνου και της θεραπευτικής αγωγής, τα γεγονότα άρχισαν να διαδέχονται με ταχύτητα το ένα το άλλο. Κατ’ αρχάς, ο Νικολάς Μαδούρο, ο αντιπρόεδρος της χώρας, ορκίστηκε προσωρινός πρόεδρος. Κατόπιν, το Εθνικό Εκλογικό Συμβούλιο, σύμφωνα με την επιταγή του συντάγματος για διεξαγωγή νέων εκλογών μέσα σε διάστημα 30 ημερών, τις όρισε για τις 14 Απριλίου. Τέλος, μία μόλις εβδομάδα μετά τον θάνατο του Τσάβες, ο Νικολάς Μαδούρο δήλωσε ότι θα είναι ο υποψήφιος του κόμματος του Τσάβες, του «Ενιαίου Σοσιαλιστικού Κόμματος της Βενεζουέλας» (PSUV), για το προεδρικό αξίωμα, ενώ ο Ενρίκε Καπρίλες, ο ατυχήσας υποψήφιος των προεδρικών εκλογών του περασμένου Οκτωβρίου, αναλάμβανε χωρίς ενθουσιασμό το χρίσμα για λογαριασμό του αντιπολιτευόμενου συνασπισμού «Τράπεζα Δημοκρατικής Ενότητας» (MUD).
Ένα από τα μεγαλύτερα ερωτήματα κατά την προεκλογική περίοδο ήταν αν το Μπολιβαριανό Κίνημα, καθώς και ο συνασπισμός που υποστηρίζει την κυβέρνηση, θα διατηρήσει την ενότητά του τώρα που απουσιάζει ο σημαντικότερος ηγέτης του. Ήδη, στις 22 Δεκεμβρίου, ενώ ο Τσάβες ανάρρωνε από την τέταρτη κατά σειρά επέμβαση για τον καρκίνο στην Κούβα, αναλυτές της αντιπολίτευσης και αντικυβερνητικά μέσα ενημέρωσης άρχισαν να διαρρέουν φήμες ότι είχαν ξεσπάσει εσωτερικές έριδες, κυρίως ανάμεσα στον αντιπρόεδρο Μαδούρο και τον πρόεδρο της Εθνοσυνέλευσης, Ντιοσδάδο Καμπέγιο.
Οι φήμες αυτές δεν στερούνταν αληθοφάνειας, καθώς είναι πασίγνωστο ότι οι αριστερές πολιτικές ομάδες στη Βενεζουέλα έχουν μια έμφυτη τάση για διάσπαση και ότι ο πρόεδρος Τσάβες ήταν, μέχρι στιγμής, ο μόνος ηγέτης που κατόρθωσε να ενώσει την εγχώρια αριστερά. Ο Καμπέγιο και ο Μαδούρο, πάντως, αρνήθηκαν κατηγορηματικά ότι βρίσκονταν στα μαχαίρια, με τον Μαδούρο να λέει ότι και οι δυο τους είναι «παιδιά του Τσάβες», προσθέτοντας, μάλιστα, «είμαστε περισσότερο ενωμένοι από ποτέ».
Αν οι σχέσεις ανάμεσα στους δύο δελφίνους είναι τόσο εγκάρδιες, όπως διατείνονται, τότε, γιατί τόσος κόσμος θεωρεί ότι το μπολιβαριανό κίνημα είναι διασπασμένο σε ένα σωρό διαφορετικές φράξιες; Αναμφίβολα, οι φήμες περί εσωτερικής διαίρεσης διαδόθηκαν με ευκολία επειδή η χαρισματική προσωπικότητα του Τσάβες είχε παίξει καθοριστικό ρόλο στην άνοδό του στην εξουσία και στην αδιαμφισβήτητη διατήρηση του ηγετικού του ρόλου στο κίνημα το οποίο ίδρυσε πριν από 15 χρόνια. Είναι φανερό ότι ο Μαδούρο δεν απολαμβάνει την ίδια αγάπη από τον κόσμο ούτε ασκεί την ίδια γοητεία. Θα ήταν, ωστόσο, λάθος να πιστέψουμε ότι το μπολιβαριανό κίνημα βασιζόταν μόνο στο χάρισμα του Τσάβες.
Αν ρίξουμε μια ματιά στην ιστορία της Βενεζουέλας, θα δούμε ότι στα 30 χρόνια που μεσολάβησαν μεταξύ 1958 και 1988, κατά τη διάρκεια της λεγόμενης «Τέταρτης Δημοκρατίας», όταν οι σοσιαλδημοκράτες και οι χριστιανοδημοκράτες εναλλάσσονταν στην κυβέρνηση, τα κόμματα αυτά απολάμβαναν επίσης εσωτερική συνοχή σε μεγάλο βαθμό – μια συνοχή χωρίς την παρουσία κάποιου χαρισματικού ηγέτη. Όμως, σύμφωνα με τους περισσότερους αναλυτές, τα κόμματα αυτά διατηρούσαν τη συνοχή τους όχι μόνο χάρη σε μια σιδηρά πειθαρχία, αλλά κι επειδή ολόκληρη η κοινωνία της Βενεζουέλας είχε στραμμένη την προσοχή της στην αναδιανομή του πετρελαϊκού πλούτου. Αυτό σημαίνει ότι όποιος συμμετείχε ή είχε διασυνδέσεις με κάποιο από αυτά τα δύο κόμματα, όπως το παραδοσιακό συνδικαλιστικό κίνημα, η εκκλησία, οι μεγαλοεπιχειρηματίες και τα μέσα ενημέρωσης (όλοι αυτοί που σήμερα απαρτίζουν την αντιπολίτευση), έτρεφαν ελπίδες ότι θα επωφεληθούν από τα μερίσματα του πετρελαίου, ενώ η υπόλοιπη κοινωνία είχε αφεθεί να τα βγάλει πέρα μόνη της.
Το σύστημα αυτό άρχισε να καταρρέει με το «Καρακάσο», το 1989, την εξέγερση στις φτωχογειτονιές και την αντίσταση στο νεοφιλελεύθερο οικονομικό πρόγραμμα του ΔΝΤ που αύξησε τις τιμές στα είδη πρώτης ανάγκης. Ο λόγος της κατάρρευσης του πολιτικού συστήματος ήταν ότι το πραγματικό κατά κεφαλήν εισόδημα είχε μειωθεί κατά 27% μεταξύ 1979 και 1999 –η μεγαλύτερη πτώση που είχε σημειωθεί στη Λατινική Αμερική εκείνη την περίοδο. Η ανισότητα και η διαφθορά που προκάλεσε το πελατειακό σύστημα το οποίο είχε στηθεί κατά τις δεκαετίες του ’60 και του ΄70 και βασιζόταν στα κέρδη από το πετρέλαιο, επέφεραν τη σταδιακή του κατάρρευση. Οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές, απλώς, επιτάχυναν αυτή την κατάρρευση.
Το χάρισμα δεν θα ήταν αρκετό χωρίς τις κοινωνικές κατακτήσεις
Όταν ο Τσάβες έβαλε υποψηφιότητα για πρόεδρος το 1998, κατόρθωσε να ενώσει μια μέχρι πρότινος πολυδιασπασμένη αριστερά και να κερδίσει με τη χαρισματική του προσωπικότητα και με την υπόσχεση ότι θα έφερνε την επανάσταση στην κοινωνία της Βενεζουέλας. Στα 14 χρόνια της θητείας του διεύρυνε τη βάση της υποστήριξής του μεταξύ των στρωμάτων που μέχρι τότε βρίσκονταν στο περιθώριο της κοινωνίας, ικανοποιώντας το αίτημά τους να αποκτήσουν μεγαλύτερο λόγο στη διοίκηση των κοινοτήτων τους και των χώρων της δουλειάς τους και αναδιανέμοντας τα ολοένα μεγαλύτερα έσοδα από το πετρέλαιο προς αυτά τα κοινωνικά στρώματα. Πολιτικές, όπως η εθνικοποίηση βιομηχανιών υψίστης σημασίας, η συνδιοίκηση κρατικών εταιρειών με τους εργαζόμενους, η αγροτική μεταρρύθμιση, ο θεσμός των δημοτικών συμβουλίων και η εφαρμογή μιας ευρείας γκάμας κοινωνικών προγραμμάτων προς όφελος των φτωχών της χώρας, συνέβαλαν στην παγίωση της δημοτικότητας του Τσάβες μεταξύ των άλλοτε απόκληρων. Εν ολίγοις, η πίστη απέναντι στον Τσάβες και την κυβέρνησή του ξεπερνά κατά πολύ τη χαρισματική του προσωπικότητα.
Ενώ ορισμένοι αναλυτές ισχυρίζονται ότι ο Τσάβες απλώς έστησε ένα νέο πελατειακό σύστημα, ο οικουμενικός χαρακτήρας του και η ευρεία αποδοχή που απολαμβάνει, αντικρούει αυτό το επιχείρημα. Παραδείγματος χάριν, οι δημοσκοπήσεις που δείχνουν ότι οι Βενεζουελάνοι είναι ικανοποιημένοι σε πολύ μεγάλο ποσοστό με τη δημοκρατία τους, όπως η ετήσια δημοσκόπηση του Λατινοβαρόμετρου που διεξάγεται σε ολόκληρο το φάσμα της Λατινικής Αμερικής, καθώς και έρευνες που θέλουν τους Βενεζουελάνους να είναι ο πιο ευτυχισμένος λαός της Νότιας Αμερικής (1), επιβεβαιώνουν ότι η υποστήριξη προς την κυβέρνηση πηγαίνει πολύ πιο μακριά από την όποια ευνοιοκρατία ή τη χαρισματική ηγεσία του Τσάβες.
Η ανακατανομή του πετρελαϊκού πλούτου είχε πολύ ευεργετικά αποτελέσματα στην κοινωνία, τα οποία μπορεί κανείς άνετα να διακρίνει σήμερα: τα φιλοκυβερνητικά στρώματα του πληθυσμού, όπως η αριστερή μεσαία τάξη (που τοποθετείται στα αριστερά της μετριοπαθούς σοσιαλδημοκρατίας) και η μεγάλη πλειοψηφία των λαϊκών τάξεων, παρουσιάζουν ένα πολύ πιο ενωμένο μέτωπο συγκριτικά με την ετερόκλιτη αντιπολίτευση. Κι ενώ η MUD παρουσιάζει σημάδια αποσύνθεσης εξαιτίας των μόνιμων εσωτερικών διενέξεων, οι οργανώσεις που στηρίζουν την κυβέρνηση δείχνουν ενωμένες όσο ποτέ άλλοτε, κι αυτό παρά την πρόσφατη παρατεταμένη απουσία του Τσάβες από τη χώρα κατά την ασθένεια κι αμέσως μετά τον θάνατό του.
Βέβαια, όσο κι αν η κυβέρνηση και οι υποστηρικτές της δίνουν μια εικόνα ενότητας, είναι λογικό να αναρωτηθεί κανείς ποιος θα αναλάβει τα ηνία, τώρα που ο Τσάβες είναι πια νεκρός. Γνωρίζουμε ότι ο Νικολάς Μαδούρο, ο πρώην συνδικαλιστής ηγέτης, πρώην πρόεδρος της Εθνοσυνέλευσης και πρώην υπουργός Εξωτερικών, είναι ο διάδοχος που έχρισε ο ίδιος Τσάβες. Ωστόσο, με ποιες ομάδες συμφερόντων και με ποιες φράξιες θα πρέπει να συνδιαλλαγεί αν γίνει πρόεδρος, και ποιες από αυτές θα εκπροσωπεί καλύτερα;
Το πολιτικό σκηνικό στη Βενεζουέλα είναι εκ φύσεως πολυδιασπασμένο, ίσως περισσότερο από τα αντίστοιχα στις πιο πολλές χώρες της Λατινικής Αμερικής. Σε μεγάλο βαθμό, αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι τα διάφορα συμφέροντα, ιστορικά, δεν ανεξαρτητοποιήθηκαν ποτέ ιδιαίτερα από το κράτος, πράγμα που σημαίνει ότι ομάδες εκτός των κυβερνώντων κομμάτων ήταν συνήθως σχετικά μικρές και χωρίς επιρροή. Η εξάρτηση της χώρας από το πετρέλαιο έστρεψε, στην πράξη, όλα τα συμφέροντα προς το κράτος, καθώς αυτό είναι ο κύριος μοχλός της οικονομίας και η ατμομηχανή της βενεζουελάνικης κοινωνίας.
Οι τομείς που υποστηρίζουν την κυβέρνηση χωρίζονται συνήθως σε τρεις βασικές κατηγορίες, και η κάθε μία από αυτές σε μικρότερες υπο-ομάδες. Οι τρεις βασικές ομάδες είναι ο πολιτικός, ο στρατιωτικός και ο επιχειρηματικός τομέας. Ο πολιτικός τομέας, που οι κύριοι εκπρόσωποί του στην κυβέρνηση θεωρούνται ο Νικολάς Μαδούρο και ο πρώην αντιπρόεδρος, Ελίας Χάουα, χωρίζεται, με τη σειρά του, στις συνδικαλιστικές και τις κοινοτικές ομάδες, όπως οι μικροί αγρότες, οι ιθαγενείς και οι φοιτητές που πρόσκεινταν στον Τσάβες. Ο στρατιωτικός τομέας, σημαντικότερος εκπρόσωπος του οποίου θεωρείται ο Ντιοσδάδο Καμπέγιο, χωρίζεται και αυτός σε μια πιο μετριοπαθή ή οπορτουνιστική ομάδα και μια πιο αριστερή και ριζοσπαστική, με τον Καμπέγιο να ηγείται, κατά τα φαινόμενα, της μετριοπαθούς ομάδας και τον Ραμόν Ροδρίγκες Τσασίν της πιο ριζοσπαστικής. Τρίτον, ο επιχειρηματικός τομέας διαιρείται στην πετρελαϊκή βιομηχανία, με επικεφαλής τον πρόεδρο της κρατικής εταιρείας πετρελαίων PDVSA, Ραφαέλ Ραμίρες, τον ελάσσονα βιομηχανικό τομέα, με επικεφαλής τον πρόεδρο του εμπορικού επιμελητηρίου Fedeindustria Μιγκέλ, Πέρες Άβαδ και διάφορους ιδιώτες που επωφελούνται από τα κρατικά συμβόλαια (αν και το μεγαλύτερο εμπορικό επιμελητήριο, το Fedecamaras, στηρίζει πλήρως την αντιπολίτευση).
Ο πρόεδρος Τσάβες αποδείχθηκε μεγάλος μαέστρος, καθώς κατάφερε να διατηρήσει την πίστη όλων αυτών των ομάδων προς το πρόσωπό του, μολονότι τα συμφέροντά τους δεν συνέκλιναν πάντα. Κι αυτό δεν οφειλόταν μόνο στο χάρισμά του, όπως πολύ συχνά υποθέτουν διάφοροι, αλλά και στο ότι υλοποίησε τις υποσχέσεις που τους είχε δώσει: ανακατανομή των πετρελαϊκών εσόδων, ενσωμάτωση στην πολιτική ζωή, ενώ οι απόστρατοι αξιωματικοί απέκτησαν ρόλο-κλειδί σε σημαντικά πόστα της δημόσιας διοίκησης. Ο Μαδούρο, κατά πάσα πιθανότητα, θα κάνει το ίδιο αν γίνει πρόεδρος. Ωστόσο, με δεδομένο το γεγονός ότι διατηρεί σημαντικότερους δεσμούς με τον πολιτικό και συνδικαλιστικό τομέα, θα χρειαστεί να βασιστεί και σε εκείνα τα μέλη της κυβέρνησης που εκπροσωπούν τους άλλους τομείς (ιδίως τον Χάουα, τον Καμπέγιο και τον Ραμίρες) για να τους κρατήσει εντός του κυβερνητικού συνασπισμού. Εν ολίγοις, ενώ ο Τσάβες ελάμβανε τις περισσότερες αποφάσεις μέσα σε ένα κλίμα σχετικά περιορισμένων εσωτερικών διενέξεων, ο Μαδούρο θα έρθει αναμφίβολα αντιμέτωπος με πολλές περισσότερες διαμάχες και εσωτερικά πάρε – δώσε.
Η αμερικανική απειλή ως ενωτικός παράγοντας
Με δεδομένο το πόσο μεγάλο είναι το διακύβευμα, φαίνεται μάλλον απίθανο να ξεκινήσουν το αλληλοφάγωμα οι βασικές μορφές του κινήματος του Τσάβες, τουλάχιστον για όσο διάστημα ο διάδοχος που ο ίδιος όρισε θα είναι επικεφαλής της κυβέρνησης και του κινήματος. Πάντως, στην απίθανη περίπτωση που ο Μαδούρο χάσει την εκλογική αναμέτρηση από τον υποψήφιο της αντιπολίτευσης, Ενρίκε Καπρίλες, τότε, το πιθανότερο είναι ότι η μπολιβαριανή συμμαχία θα αρχίσει να διασπάται, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που η αντιπολίτευση βρίσκεται μόνιμα σε φάση αποσύνθεσης.
Ένα από τα μεγάλα ερωτηματικά σχετικά με το μέλλον του μπολιβαριανού κινήματος απουσία του Τσάβες, είναι αν η αλλαγή ηγεσίας θα σημάνει και αλλαγή της κυβερνητικής κατεύθυνσης, υπό τον Μαδούρο. Μια κοινή υπόθεση είναι ότι από τη στιγμή που ο Μαδούρο προέρχεται από τον πολιτικό τομέα, θα είναι περισσότερο προσανατολισμένος προς αυτόν, συγκριτικά με τον Τσάβες. Υπάρχουν, ωστόσο, δύο παράγοντες που αντικρούουν αυτή την ερμηνεία. Πρώτον, μολονότι ο Τσάβες βασίστηκε σε μεγάλο βαθμό στον στρατιωτικό τομέα, ειδικά για τις υπουργικές, κυβερνητικές και άλλες ηγετικές θέσεις προσεταιριζόταν συχνά τις λαϊκές οργανώσεις για τα μείζονα πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά ζητήματα. Δεύτερον, ο Μαδούρο γνωρίζει πολύ καλά ότι ο συνδικαλιστικός τομέας και ο χώρος της τοπικής αυτοδιοίκησης πάσχουν από έλλειψη εξειδικευμένων στελεχών και, ως εκ τούτου, θα πρέπει να βασιστεί στους αξιωματικούς του στρατού για την ορθή διακυβέρνηση της χώρας.
Ένας άλλος λόγος που κρατά τη συνοχή του κυβερνητικού συνασπισμού είναι οι ΗΠΑ. Οι περισσότεροι κυβερνητικοί αξιωματούχοι, ειδικά όσοι έχουν ιστορικό δράσης στην αριστερά, είναι πεπεισμένοι ότι οι ΗΠΑ δεν θα διστάσουν να χρησιμοποιήσουν κάθε μέσο –ακόμα και στρατιωτική επέμβαση– προκειμένου να ανατρέψουν την κυβέρνηση της Βενεζουέλας. Όσο οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι και οι υποστηρικτές τους πιστεύουν ότι η απειλή είναι υπαρκτή, τόσο πιθανότερο είναι να διατηρήσουν την ενότητα για να στηρίξουν την κυβέρνηση, αντί να ρισκάρουν μια εσωτερική διαίρεση και να φανούν τρωτοί απέναντι στην απειλή της αμερικανικής αυτοκρατορίας.
Ακόμα και ο ίδιος ο Τσάβες παραδεχόταν ότι το πρόγραμμά του έμεινε ημιτελές
Πάντως, όσο κι αν ο Τσάβες παρακίνησε τους οπαδούς του, στην τελευταία δημόσια εμφάνισή του, να διατηρήσουν «ενότητα, ενότητα, ενότητα», ήταν παράλληλα σαφής ως προς το ότι το πολιτικό του σχέδιο είχε ακόμα πολύ δρόμο μπροστά του και ότι η ολοκλήρωσή του εναπόκειται στους επιγόνους του. Όπως έγραψε πρόσφατα στο μπλογκ του ο βενεζουελανός κοινωνιολόγος Χαβιέρ Μπιαρντό, «το πολιτικό δράμα του Τσάβες συνίσταται στη συνειδητοποίηση –υπό τη μορφή μιας έμμεσης αυτοκριτικής– του γεγονότος ότι η κυβέρνηση μπορεί να χάσει τον επαναστατικό της προσανατολισμό» (2). Ο Τσάβες εξέφρασε αυτή την αυτοκριτική παραδοχή σε μια από τις τελευταίες μεγάλες ομιλίες του, λίγο μετά την επανεκλογή του, τον Οκτώβρη του 2012, όταν είπε, «…πιστεύω ότι έχουμε ένα νέο νομικό οικοδόμημα που έχει ως αφετηρία το Σύνταγμα (του 1999). Έχουμε νόμους για τα κοινοτικά συμβούλια, νόμους για τις κοινότητες, για την κοινοτική οικονομία, για τους μοχλούς της περιφερειακής ανάπτυξης, όμως, δεν δίνουμε προσοχή σε κανέναν από αυτούς τους νόμους εμείς οι ίδιοι, που είμαστε οι πρώτοι υπεύθυνοι για την τήρησή τους».
Είναι όμως, άραγε, το όραμα του Τσάβες για τη δημιουργία ενός σοσιαλισμού του 21ου αιώνα με βάση τη συμμετοχική δημοκρατία, το ίδιο όραμα που εμπνέει το σημερινό μπολιβαριανό κίνημα –μια συμμαχία παλαίμαχων αριστεριστών, κομμουνιστών, προοδευτικών στρατιωτικών και ανάκατων οικονομικών συμφερόντων; Είναι αδύνατο, σε αυτό το σημείο, να απαντήσει κανείς με βεβαιότητα. Η απάντηση, εντούτοις, θα εξαρτηθεί από το αν αυτές οι ομάδες θα καταφέρουν να ισορροπήσουν τα μεταξύ τους συμφέροντα με τον ίδιο τρόπου που μπόρεσε να το κάνει ο Τσάβες στα 14 χρόνια που έμεινε στην εξουσία.